Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2022

ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ ΤΗΣ ΑΣΙΝΗΣ. ΠΟΣΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΕΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΟΝΤΑΙ; ΠΟΤΕ ΣΥΝΕΒΗ Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ;

Η ανθρώπινη ιστορία είναι γεμάτη καταστροφές, από πολέμους αλλά και φυσικές. Ίσως να μην υπάρχει πόλη με αρχαίο παρελθόν που να μην έχει καταστραφεί μια ή περισσότερες φορές. Η παρούσα εργασία είναι μια προσπάθεια καταγραφής αυτών που υπέστη κατά την αρχαιότητα  η δική μας πόλη, η αγαπημένη Ασίνη, καθώς και ο προσδιορισμός της τελευταίας που καθώς φαίνεται δεν ήταν αυτή  γύρω στα 700 π. Χ., στην οποία κατά κανόνα στέκονται οι πλείστες των πηγών, αλλά πολύ αργότερα, ξανά από τους Αργείους. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά, όπως παρουσιάζονται σε κάποιες αξιόπιστες πηγές που μπόρεσα ή έτυχε να έχω στη διάθεσή μου, ξεκινώντας από το έργο του Κ. Θ. Συριόπουλου « Ἡ Προϊστορία τῆς Πελοποννήσου»1:

«Ἀσίνη. Ἀρχιτεκτονικά ΠΕ δεδομένα ἀνεκαλύφθησαν καί εἰς τήν κάτω πόλιν καί εἰς τήν ἀκρόπολιν (…). Εἰδικώτερον τά δεδομένα ταῦτα εἶναι τά ἀκόλουθα:

(1) Τμῆμα καμπυλογράμμου τοίχου, ἀνῆκον πιθανῶς εἰς μίαν ἁψιδοειδῆ οἰκίαν κατά τόν ἀνασκάψαντα, εὑρεθέν εἰς τό βαθύτατον ΠΕ στρῶμα κατά τό σημεῖον FG 14 τῶν ἀνασκαφῶν έν τῃ κάτω πόλει. Ὁ τοῖχος εἶχε κτισθῆ δι’ ἀκατεργάστων λίθων ἐπιμελῶς προσηρμοσμένων καί σωζομένων εἰς ὕψος δύο δόμων. Ὁ τοῖχος οὗτος καί ἡ κεραμική ἡ εὑρεθεῖσα πέριξ αὐτοῦ ἐκπροσωπεῖ την ΠΕ Ι περίοδον καλύπτεται δέ ὑπό παχέος (0,20μ.) στρώματος τέφρας καί ἀνθράκων. Asine σ. 59, 97, 202 εικ. 42, 46.

(2) Τό ΠΕ ΙΙ στρῶμα ἐκπροσωπεῖται εἰς τό αὐτό σημεῖον τῶν ἀνασκαφῶν ἐκ σωρῶν λίθων, ἑρμηνευομένων ὑπό τῶν ἀνασκαψάντων ὡς πιθανῶν λειψάνων τοίχων (Asine, 97). Τό ΠΕ ΙΙΙ στρῶμα ἐκπροσωπεῖται ὑφ’ ἑνός δαπέδου ἐξ ἀργῶν λίθων μετά μιᾶς ὀπῆς διά τήν ὑποδοχήν στύλου ὀροφῆς. Τό στρῶμα τοῦτο καλύπτεται ὑφ’ ἑτέρου παχέος (0,15-0,20μ.) στρώματος τέφρας καί ἀνθράκων μετά τό ὁποῖον ἀρχίζει ἡ ΜΕ περίοδος. Asine, 202.» 

……………………

«Ἡ Ἀσίνη διά δευτέραν φοράν κατεστράφη πιθανῶς διά πυρός μετά τήν ΠΕ ΙΙΙ φάσιν.»

Από τη διατύπωση στο τελευταίο απόσπασμα φαίνεται ο συγγραφέας να μην θεωρεί τους σωρούς λίθων που εκπροσωπούν το ΠΕ ΙΙ στρώμα ως ίχνη καταστροφής, παραβλέποντας το ενδεχόμενο να πρόκειται για συνέπεια κάποιας εισβολής. Είναι όμως γνωστό ιστορικά ότι κατά τους χρόνους εκείνους στον ελληνικό χώρο συντελέστηκαν μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών. Οι αρχαίοι συγγραφείς για να δηλώσουν το σύνολο αυτών των ανθρώπων χρησιμοποίησαν το όνομα «Πελασγοί». Κάτω από το όνομα αυτό καλύπτονται οι μετακινήσεις στον ελληνικό χώρο που έγιναν στους Πρωτοελλαδικούς χρόνους και ειδικότερα από τα μέσα μέχρι τα τέλη της 3ης π. Χ. χιλιετίας. Στο ψηφιακό εγκυκλοπαιδικό πρόγραμμα «ΔΕΚΑ» διαβάζουμε σχετικά:

 «Οι εισβολείς αυτοί αλλού συνάντησαν αντίσταση σθεναρή, αλλού διάθεση για συνθηκολόγηση, οπωσδήποτε πάντως δεν μπόρεσαν μεμιάς να γίνουν κύριοι όλης της περιοχής. Ύστερα από κάποιο χρονικό διάστημα άλλη ομάδα των ιδίων εισβολέων ήρθε στην αργολική πεδιάδα, όπου βρήκε πληθυσμό, που ένα μέρος του είχε τις ίδιες με τις δικές της συνήθειες και στην περίπτωση αυτή η εγκατάσταση έγινε ομαλά. Όπου όμως οι παλαιοί κάτοικοι διατηρήθηκαν, η εγκατάσταση των νέων  έγινε με βίαιο τρόπο. Από τις δύο αυτές εισβολές η πρώτη σημαδεύει το τέλος της Πρωτοελλαδικής ΙΙ και η δεύτερη το τέλος της Πρωτοελλαδικής ΙΙΙ περιόδου και την αρχή των μεσοελλαδικών χρόνων.

Η ίδια πηγή αναφέρει τα εξής σημαντικά κέντρα αντίστασης που υπέστησαν καταστροφή στο τέλος της ΠΕ ΙΙ εποχής: Λέρνα, Τίρυνθα, Ασίνη, Ζυγουριές, Κόρινθος. Γενικότερα έχει παρατηρηθεί ότι το τέλος της λαμπρής Πρωτοελλαδικής ΙΙ εποχής σημάδεψαν ποικιλόμορφες καταστροφές που είχαν αποτέλεσμα τη μείωση του αριθμού και της έκτασης των οικισμών, καθώς και τη μείωση του πληθυσμού. Όμως ισχυροί οικισμοί, ανάμεσά τους όπως βλέπουμε και η Ασίνη, εξακολουθούν να κατοικούνται κατά την επόμενη (ΠΕ ΙΙΙ) περίοδο, που τελειώνει με μια ακόμα καταστροφή. Αυτό σημαίνει ότι σε όλους τους Πρωτοελλαδικούς χρόνους εξακολουθούσαν και εδώ να διατηρούνται οι παλαιοί κάτοικοι, αντέχοντας την πίεση των εισβολέων και ξανακτίζοντας τις εγκαταστάσεις τους.

Όλα αυτά συνέβαιναν αιώνες πριν την έλευση των Δρυόπων, που εκτιμάται ότι έγινε λίγο μετά τα μέσα του 13ου π. Χ. αι. Όπως έδειξε η ανασκαφική σκαπάνη ενδιάμεσα η κατοίκηση συνεχιζόταν, μάλλον με τη συνύπαρξη-συγχώνευση παλαιών και νέων κατοίκων, παλαιχθόνων και Πελασγών. Η Μυθολογία μας λέει ότι οι Δρύοπες εγκαταστάθηκαν εδώ ειρηνικά (με την έγκριση του Ευρυσθέα), εγκαινιάζοντας μια νέα περίοδο ευημερίας. Κατέστησαν ισχυρή την Ασίνη, που έδωσε το «παρών» στην εκστρατεία κατά της Τροίας (με επτά πλοία σύμφωνα με την τοπική λαϊκή παράδοση), υπό τη γενική αρχηγία του Αργείου Διομήδη. Όταν όμως ιδρύθηκε το Δωρικό βασίλειο του Άργους οι Ασιναίοι κράτησαν δυσμενή στάση απέναντί του και συμμάχησαν με τη Σπάρτη, αντιδρώντας έτσι στις ιμπεριαλιστικές διαθέσεις του ισχυρού γείτονά προς στις μικρότερες αργολικές πόλεις. Αυτή η περίοδος ακμής της Ασίνης, που διήρκεσε περί  τα 500 χρόνια, διακόπηκε με την καταστροφή της κατά την περίοδο  των  Μεσσηνιακών πολέμων, γύρω στα 700 π. Χ., όταν έφτασαν εδώ οι Αργείοι αποφασισμένοι να κάμψουν το ανεξάρτητο κι ελεύθερο πνεύμα των Ασιναίων. Ύστερα από σθεναρή άμυνα και αφού έγινε καταφανές ότι θα κυριευτεί η πόλη, όσοι από τους υπερασπιστές και τις οικογένειές τους μπόρεσαν αναχώρησαν με τα πλοία για να εγκατασταθούν τελικά στην Μεσσηνία. Με την αναχώρηση τους γράφτηκε ο επίλογος της τραγικότερης σελίδας στην ιστορία της πόλης. Η τραγικότητα αυτή ίσως εξηγεί το ότι κατά κανόνα οι πηγές στέκονται σε αυτήν την καταστροφή. Ας σταθούμε και εμείς λίγο ακόμα, καθώς έχει ενδιαφέρον να δούμε το γενικότερο τότε πολιτικό σκηνικό της Ελλάδος, στο οποίο αναγκάστηκε να λάβει μέρος η μικρή Ασίνη για να αντιμετωπίσει τις ιμπεριαλιστικές προσπάθειες του Άργους. Την εποχή εκείνη φωτίζει ένα εξαιρετικό άρθρο του John MFossey2 (Καθηγητού Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο McGill του Μόντρεαλ), ο οποίος συμμετείχε για ένα διάστημα στην επανάληψη των ανασκαφών κατά τη δεκαετία του 1970, όταν ανεκαλύφθη ένα επικήδειο σύμπλεγμα στην νότια κλιτύ της Μπαρμπούνας. Παραθέτω προς αυτό τα σχετικά αποσπάσματα:

«Τοιαῦτα ἐπικήδεια συμπλέγματα τοῦ 2ου ἡμίσεος τοῦ 8ου π. Χ. αἰῶνος ἔχουν ἐξετασθῆ λεπτομερῶς ὑπό τοῦ Ἕλληνος συναδέλφου Πέτρου Θέμελη, ὁ ὁποῖος ἔδειξεν ὅτι ὑπάρχουν μέν εἰς πολλά μέρη τοῦ Ἑλληνικοῦ κόσμου, ἰδιαιτέρως δέ εἴς τε τήν Ἀττικήν καί τήν Ἄνδρον. Ὡς ἐκ τούτου ἡ σίνη τοποθετεῖται εἰς μίαν σειράν τοποθεσιῶν, ὅπου φαίνεται ὅτι ἡ ταφή καί ἡ λατρεία τῶν νεκρῶν εἶχεν ἰδιαιτέραν φύσιν πρός τό τέλος τῆς Γεωμετρικῆς ἐποχῆς. Ἄλλα τοιαῦτα συμπλέγματα ὅμως λείπουν πρός τό παρόν ἐκ τῆς λοιπῆς Άργολίδος, καί χωρίς νά θέλωμεν νά βασισθῶμεν εἰς τοιοῦτο «argumentum a silentio» προσθετέον ὅτι αὐτή δέν εἶναι ἡ μόνη ἰδιάζουσα ἄποψις τῆς Ἀσίνης ὡς πρός τήν γειτονικήν περιοχήν ἀκριβῶς κατά τήν ὑστερογεωμετρικήν ἐποχήν. Ἐκ τῶν εὑρημάτων τῶν κατά τά ἔτη 1920 Σουηδικῶν ἀνασκαφῶν ἐγνωρίζαμεν ἤδη ὅτι καί εἰς τήν κεραμεικήν καί τήν ἀγγειοκόσμησιν ὁ ὑστερογεωμετρικός ρυθμός τῆς Ἀσίνης ὁμοιάζει περισσότερον πρός τόν τῆς Ἀττικής παρά πρός τόν τῆς Άργολίδος.

Αὐτά τά δύο ἀρχαιολογικά δεδομένα ἐνισχύουν τήν ἱστορικήν εἰκόνα τῆς ἀποσχιστικῆς θέσεως τῆς ’Ασίνης, ἥτις ἔφερεν ὡς ἁποτέλεσμα τήν καταστροφήν τῆς πόλεως ὑπό τῶν Ἀργείων κατά τά 700 π. Χ. συμφώνως πρός τήν γραπτήν παράδοσιν.

(…….)

Τέλος ἡ ἀποσχιστική θέσις τῆς Ἀσίνης παρέχει περαιτέρω ἐνδιαφέρον. Ἡ Ἀσίνη, ὡς καί ἄλλαι πολίχναι τῆς Ἀργολίδος, π.χ. Μυκῆναι καί Τίρυνς, εἰς ἀντιπερισπασμόν πρός τάς ἰμπεριαλιστικάς προσπαθείας τοῦ Ἄργους εἶχαν γίνει σύμμαχοι τῆς Σπάρτης (…). Ἄλλοι σύμμαχοι τῆς Σπάρτης κατά τήν ἰδίαν ἐποχήν ὑπήρξαν καί οἱ Αθηναῖοι, γεγονός τό ὁποῖον ἐξηγεῖ εὐκόλως τόν ἀττικίζοντα ρυθμόν τῶν ὑστερογεωμετρικῶν ἀγγείων τῆς Ἀσίνης καί τήν ὕπαρξιν ταφικῶν ἐθίμων, τά ὁποῖα ὁμοιάζουν ἐπίσης πρός τά Ἀττικά. Δέον συγχρόνως νά ἐνθυμούμεθα ὅτι κατά τήν ἐν λόγῳ ἐποχήν ὑπῆρξαν εἰς τόν Ἑλλαδικόν χῶρον δύο ἤ τρεῖς μεγάλαι «ἐμπορικαί συμμαχίαι», ὅπως τάς ὠνόμασεν ὁ Σκῶττος συνάδελφος ARBurn πρό πολλῶν ἐτῶν.

Οὕτω βλέπομεν πώς ἡ Ἀσίνη λόγῳ ἐντοπίων διαφορῶν ἦτο μέλος μεγάλης ἐκτεταμένης συμμαχίας τῶν Λακεδαιμονίων, τῶν Αθηναίων, τῶν Κορινθίων καί τῶν Θετταλῶν (καί πολλῶν ἄλλων πόλεων τοῦ Αἰγαίου καί τῆς Μεγάλης Ἑλλάδος) ἐναντίον τῆς ἐξ ἴσου μεγάλης συμμαχίας τῶν Βοιωτῶν, τῶν Μεγαρέων, τῆς Αἰγίνης καί τῶν Ἀργείων (καί πλείστων ἄλλων πόλεων). Μέ τούς μέν συνετάσσοντο καί οἱ Χαλκιδεῖς, μέ τούς δέ οἱ Ἐρετριεῖς καί, ὅπως οἱ τελευταῖοι ἡττήθησαν ὑπό τῶν προηγουμένων κατά τόν Λελάντιον Πόλεμον, οὕτως ἐνικήθησαν οἱ Ἀσιναίοι ὑπό τῶν Ἀργείων. Ἐν ὀλίγοις αἱ «συμμαχίαι» αὐταί ἐδημιουργήθησαν ἐκ μιᾶς καταστάσεως, κατά τήν ὁποῖαν γειτονικαί πόλεις κατέβαλλον μεγάλην προσπάθειαν νά ἀποκτήσουν γῆν τε καί ἐμπορικά κέρδη εἰς βάρος ἀλλήλων. Οὕτω καί ἡ Ἀσίνη ἠναγκάσθη, μικρά πόλις οὖσα, νά λάβῃ μέρος εἰς τό γενικόν πολιτικόν σκηνικόν τῆς  Ἑλλάδος κατά τό τέλος τοῦ 8ου π. Χ. αίῶνος καί ὡρισμέναι τινές ἐνδείξεις τῆς στάσεώς της ἀποδεικνύονται ἐκ τῶν ἀρχαιολογικῶν ἀνασκαφῶν.»

Όμως και μετά την καταστροφή ικανός πληθυσμός εξακολουθούσε να παραμένει εδώ, υποτελής πλέον στο βασίλειο του Άργους. Είναι να απορεί κανείς που, όχι κατά πολύ παλαιότερα κείμενα, μιλούσαν για διακοπή στην κατοίκηση. Πως ήταν δυνατό να χωρέσει στα πλοία ολόκληρος ο πληθυσμός μιας πόλης όχι και τόσο μικρής, αφού μπορούσε να αντιστέκεται σε μια δύναμη όπως το Άργος, δύναμη που διεκδικούσε την ηγεμονία της Πελοποννήσου; Αυτή και μόνο η σκέψη θα ήταν αρκετή. Σχετικά η αρχαιολόγος Berit Wells, που υπήρξε διευθύντρια του Σουηδικού Ινστιτούτου Αθηνών και είχε διενεργήσει ανασκαφές στην Ασίνη, γράφει: 

"Μόνον γύρω στο 700 π. Χ., όταν  η Ασίνη καταστράφηκε από  το Άργος, διαφαίνεται μια ύφεση στον οικισμό, αλλά όχι όμως διακοπή στην κατοίκηση, όπως είχε υπο­τε­θεί στην πα­λαιά δη­μο­σί­ευ­ση. Οι κά­τοι­κοι συ­νέ­χι­ζαν να ζουν εδώ (…).[Berit Wells "Ασίνη Αργολίδος" 04/11/2015

Η Ασίνη λοιπόν εξακολουθούσε ζώσα έστω με κατεστραμμένο το κάστρο της και μάλιστα κάποτε φαίνεται να ξανασήκωσε το ανάστημά της. Μόνο έτσι εξηγείται ότι κάποιες πηγές αναφέρουν και δεύτερη καταστροφή από τους Αργείους μετά τους Περσικούς πολέμους, λίγο πριν τον πρώτο Πελοποννησιακό, που όμως περιέργως σε αυτήν ελάχιστες αναφορές υπάρχουν. Δυο αποσπάσματα που παραθέτω φωτίζουν την ιστορία αυτή:

  • «Ἀλλ' οἱ ἀπό τοῦ παραλίου Τημενίου εἰσβαλόντες Δωριεῖς μέ ἕδραν πλέον τό Ἄργος ἄλλους μέν τῶν κατοίκων μετέβαλον εἰς γυμνησίους ἤ γυμνῆτας (δούλους), ἄλλους δέ εἰς περιοίκους (Ὀρνεάτας ἀπό τῆς πόλεως τῶν Ὀρνεῶν) καί ἄλλους εἰς ὑποτελεῖς συμμάχους, ὡς τούς Μυκηναίους, Τιρυνθίους, Ναυπλιεῖς, Ἀσιναίους (ἐνίοτε καί τούς Κλεωναίους), οὕς ὅμως μετά τούς Περσικούς πολέμους ὁλοσχερῶς ὑπέταξαν καί μάλιστα κατέστρεψαν καί τάς πόλεις αὐτῶν, ἰδίᾳ δέ τάς Μυκήνας, Τίρυνθα, Ἀσίνην και Ναυπλίαν. [«ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΔΑΚΗ ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ» (Βιβλιογρ. Ἀντ. Μηλιαράκη «Γεωγραφία...»] 
  • «Οι κάτοικοι της Ασίνης βρίσκονταν πάντοτε σε εχθρικές σχέσεις με τους Αργείους. Την περίοδο του α΄ μεσσηνιακού πολέμου οι Σπαρτιάτες υποστήριξαν τους κατοίκους της Ασίνης σε επιχειρήσεις εναντίον των Αργείων. Αλλά περίπου την ίδια εποχή που οι Σπαρτιάτες κατέλαβαν τους Μεσσηνίους, οι Αργείοι κατέλαβαν και κατέστρεψαν την Ασίνη. Αυτό έγινε στις αρχές του 7ου αι. π. Χ. και επαναλήφθηκε το 465 π. Χ. όταν οι Αργείοι κατέστρεψαν ολοκληρωτικά τον οικισμό»  (Ψηφιακή Εγκυκλοπαίδεια «ΔΕΚΑ»)

Ας δούμε τώρα στο παρακάτω κείμενο κάποια γεγονότα που συνέβησαν παραμονές του πρώτου Πελοποννησιακού πολέμου:

«Μεγαλύτερη επιτυχία είχε η Σπάρτη στην αντιμετώπιση μιας αντιλακωνικής κίνησης που σημειώθηκε μετά τον οστρακισμό του Θεμιστοκλή (471 π. Χ.), ο οποίος κατέφυγε στο Άργος, και στην εδραίωση της ηγεμονίας της στο εσωτερικό της Πελοποννήσου. Ο Θεμιστοκλής «επισκέφτηκε» διάφορες πόλεις της Πελοποννήσου ενισχύοντας τις δημοκρατικές τάσεις των πολιτών και συνέβαλε σημαντικά στο «συνοικισμό» των Μαντινέων, των Ηλείων και των Τεγεατών καθώς και στη σύναψη συμμαχίας μεταξύ Άργους και Τεγέας. Η Σπάρτη κατόρθωσε να απαλλαχθεί από τον Θεμιστοκλή έχοντας και τη βοήθεια της Αθήνας (…). Στη συνέχεια εύκολα η Σπάρτη κατέβαλε τις δυνάμεις των Τεγεατών και των Αργείων και αργότερα και των υπολοίπων Αρκάδων (…). Το 465 π. Χ. ένας ισχυρός σεισμός προκάλεσε μεγάλες ζημιές και αναστάτωση στη Σπάρτη. Την κατάσταση αυτή εκμεταλλεύτηκαν οι είλωτες. Έχοντας την υποστήριξη και των κατοίκων ορισμένων περιοικίδων πόλεων, επιχείρησαν να καταλάβουν την πόλη. Οι Σπαρτιάτες κατάφεραν να εκδιώξουν τους εξεγερμένους είλωτες, οι οποίοι κατέφυγαν στο φρούριο της Ιθώμης στη Μεσσηνία, όπου και πολιορκήθηκαν (…). Η πολιορκία στην Ιθώμη έληξε το 460-59 π. Χ. Οι είλωτες συνθηκολόγησαν με τον όρο να φύγουν από την Πελοπόννησο και να μην επιστρέψουν ποτέ σ’ αυτήν. [«Πελοποννησιακός πόλεμος …»  Ε Ιστορικά, Ιανουάρ. 2011 (σ. 18-20)]

Όπως βλέπουμε, τα γεγονότα αυτά δημιούργησαν τις  κατάλληλες συνθήκες για κάτι τέτοιο. Δηλαδή: μετά την  ήττα των Αργείων από τους Λακεδαιμονίους είναι λογικό να αναθάρρησαν οι κάτοικοι της αργολικής Ασίνης, ίσως και οι Λακεδαιμόνιοι να αποκατέστησαν την παλαιά τάξη πραγμάτων, δίνοντας ανεξαρτησία στις μικρές αυτές πόλεις. Επόμενο ήταν οι Αργείοι να επωφελήθηκαν  από τις συνέπειες του σεισμού του 465 π. Χ. που έπληξε τη Σπάρτη και αυτή τη φορά  κατέστρεψαν ολοσχερώς την Ασίνη και τις άλλες αναφερόμενες αργολικές πόλεις. Είναι από τις περιπτώσεις που λέμε ότι η Ιστορία επαναλαμβάνεται …….

Όμως ακόμα και τότε η Ασίνη δεν εγκαταλείφθηκε. Όπως χαρακτηριστικά διατυπώνει ο John Leonard3:

"Οι αρχαιολόγοι που πρόσφατα ανασκόπησαν τα δεδομένα τους δεν έχουν προσδιορίσει περιόδους εγκατάλειψης που μπορούν να ανιχνευθούν κατά τη διάρκεια της μακράς ιστορίας της - μόνο περιστασιακές περιόδους παρακμής."

Προορισμένη  από τη μοίρα της η Ασίνη να αναλάβει για μια ακόμα φορά το ρόλο του θαλάσσιου προπύργιου της Αργολίδας θα έρθει το πλήρωμα του χρόνου και θα οχυρωθεί ξανά. Κατά την ελληνιστική περίοδο (περίπου 300 π. Χ.), επανατειχίστηκε με πολυγωνικό τείχος - τμήματα του οποίου θαυμάζουμε σήμερα – πιθανότατα από τον Δημήτριο Α΄ τον Πολιορκητή, έναν από τους διαδόχους του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ο προαναφερθείς J. L. γράφει σχετικά:

«Η ανανεωμένη ευημερία και στρατηγική σημασία της Ασίνης στην ελληνιστική εποχή υποδηλώνεται από τα ερείπια σπιτιών, δεξαμενών, ελαιοτριβείων και επιβλητικών οχυρώσεων. Οι εξαιρετικά φτιαγμένοι τοίχοι, η πύλη, το τμήμα του ασφαλτοστρωμένου δρόμου και ο ανθεκτικός ανατολικός προμαχώνας είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακά

Σε δημοσίευση του Σουηδικού Ινστιτούτου Αθηνών  της 15ης Μαΐου 2020 διαβάζουμε:

«Ενώ λίγα εί­ναι γνω­στά για την Ασίνη κατά την ελ­λη­νι­στι­κή πε­ρί­ο­δο, τα ευ­ρή­μα­τα υπο­δη­λώ­νουν ότι υπήρ­χε ένας αρ­κε­τά με­γά­λος οι­κι­σμός στον χώρο, ιδιαί­τε­ρα κατά τον 2ο  αιώ­να π. Χ. Έχουν βρε­θεί κα­τά­λοι­πα αρ­κε­τών οι­κιών τόσο στην Κάτω Πόλη όσο και στην Ακρό­πο­λη (…). Πιθα­νώς αυτή η νέα (…) ευ­η­με­ρία έλη­ξε με την υπο­τα­γή της Ελλά­δας στους Ρωμαί­ους το 146 π. Χ., μετά την οποία οι οχυ­ρώ­σεις κα­τέρ­ρευ­σαν.»

Φαίνεται πως οι Ρωμαίοι λόγω της μεγάλης στρατιωτικής τους ισχύος δεν ενδιαφέρθηκαν ιδιαίτερα για την ασφάλεια των αργολικών παραλίων και έτσι οι οχυρώσεις της Ασίνης αφέθηκαν  στη φθορά  του χρόνου. Ο Κλαύδιος Πτολεμαίος στα Γεωγραφικά του (150 μ. Χ.) προσδιορίζει την Ασίνη στο εσωτερικό της Αργολίδας. Ίσως να πρόκειται για την κωμόπολη Ασίνη που αναφέρει ο Στράβων (63 π. Χ. – 23 μ. Χ.), που σημαίνει μια πρώτη μετατόπισή στην θέση της σημερινής κώμης, λόγω του κινδύνου της πειρατείας4. 

 

Ηλίας Κ. Μηναίος



1. Κωνσταντίνου Θ. Συριόπουλου. "Ἡ Προϊστορία τῆς Πελοποννήσου"  (σελ. 202, 410),  Ἐν Ἀθῆναις 1964.

2. John M. Fossey. "Πολιτικο-θρησκευτική θέσις τῆς Ἀργολικῆς Ἀσίνης κατά τήν Ὑστερογεωμετρικήν Ἐποχήν" , Πρακτικά τοῦ Α΄ Συνεδρίου Ἀργολικῶν Σπουδῶν (Ναύπλιον 4-6 Δεκεμβρίου 1976). 

3John Leonard. "Ασίνη, το παραθαλάσσιο φρούριο".

4Οι Ρωμαίοι είχαν καταφέρει να ελέγξουν σε μεγάλο βαθμό την πειρατεία χωρίς όμως να την καταστείλουν πλήρως. Σε κάποιο βαθμό μάλιστα τους ήταν χρήσιμη αφού επιζητούσαν συνέχεια νέους σκλάβους με τους οποίους οι πειρατές τροφοδοτούσαν τα σκλαβοπάζαρα ("Πειρατεία στον αρχαίο μεσογειακό κόσμο" - Βικιπαίδεια).