Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2020

Η αρπαγή του Ύλα από τις Νύμφες


Οι Δρύοπες ήσαν ένας από τους παλαιούς λαούς του ελληνικού χώρου, τους Πρωτοελληνικούς, κλάδος Πελασγικός. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη κατάγονταν από Πελασγούς της μετέπειτα Αρκαδίας, οι οποίοι με αρχηγέτη τον Δρύοπα αποίκησαν τις περί τον Παρνασσό, την Οίτη και την κοιλάδα του Σπερχειού περιοχές, συμπαρασύροντας στο πέρασμά τους και Αργείους Πελασγούς.
Το όνομα του βασιλιά Δρύοπα [εκ του Δρυς(=βαλανιδιά), που συνεκδοχικά σημαίνει κάθε δένδρο], παραπέμπει σε ένα λατρευτικό επίπεδο παλαιό, όταν λατρεύονταν τα δένδρα, και κατά συνέπεια σε έναν από τους πιο παλαιούς λαούς του ελληνικού χώρου, όπως πράγματι ήσαν οι Δρύοπες. Θεωρείται επίσης προσπάθεια να γενεαλογηθεί ένας λαός που χρωστούσε το όνομά του στη φύση της χώρας του (χώρα με βαλανιδιές ή γενικώτερα δασώδης χώρα).           

Η μετέπειτα Αρκαδία, ήταν σίγουρα μια δασώδης χώρα, το πρώτο όνομά της ήταν «Δρυμώδης» και όλα ως εδώ δείχνουν ότι ο λαός αυτός όφειλε το όνομά του στη φύση της χώρας αυτής, όπου αρχικά κατοικούσε και είχε ως αφετηρία του. Επόμενο ήταν να δώσουν το όνομά τους στο χώρο που εποίκισαν όταν έγιναν πολυπληθείς, ο οποίος περιελάμβανε τις βόρειες πλαγιές του Παρνασσού και τις γειτονικές της Οίτης, ονομάζοντάς τον Δρυοπιδα.

Όπως προκύπτει από τους μύθους (που βεβαίως έχουν ιστορικό υπόβαθρο), σε διάστημα ολίγων γενεών έχοντας ορμητήριο την Δρυοπίδα επεξέτειναν την κυριαρχία τους στην Φωκίδα, στην Ευρυτανία και σε όλη την έκταση της Ηπείρου. Καθώς όμως οι Δρύοπες κατείχαν μια περιοχή που εκτεινόταν σε όλο το εύρος της χερσονήσου μας, αποτελούσαν το φράγμα που εμπόδιζε την κάθοδο των λαών που ήθελαν να κατέλθουν νοτιότερα. Θα μπορούσε κανείς να σκεφθεί ότι ίσως για το σκοπό αυτό είχαν οδηγηθεί εκεί. Έτσι, θα ακολουθήσει μια σειρά από σφοδρές συγκρούσεις κυρίως με τους Δωριείς (Ηρακλής), σε ένα πόλεμο διαρκείας που θα αποβεί καταστροφικός για τους Δρύοπες. Ξεριζωμένοι θα διασπαρούν σε άλλες περιοχές μεταξύ των οποίων η αργολική χερσόνησος με τα γύρω νησιά και νησίδες, με κυριώτερη εγκατάστασή τους την Ασίνη.

Για πρώτη φορά οι Δρύοπες έρχονται αντιμέτωποι με τον Ηρακλή όταν αυτός βρισκόταν στο δρόμο της εξορίας, αναγκασμένος να εγκαταλείψει την Καλυδώνα για να εξαγνιστεί από κάποιο φόνο. Μαζί του η Διηάνειρα με το γιό τους Ύλλο που ήταν ακόμα παιδί. Έτυχε να περνούν πεινασμένοι από τη χώρα των Δρυόπων και συνάντησαν εκεί ένα χωρικό που όργωνε έχοντας ζεμένα στο αλέτρι δυο βόδια. Αυτός όμως δεν ήταν απλός χωρικός αλλά ο τότε βασιλιάς των Δρυόπων, ο ΘΕΙΟΔΑΜΑΣ. Ο Ηρακλής του ζήτησε λίγο φαγητό, τουλάχιστον για το παιδί. Ο Θειοδάμας αρνήθηκε με απότομο τρόπο και ο Ηρακλής θύμωσε. Λένε όμως ότι από την αρχή ο Ηρακλής ήταν εριστικός, επεδιώκοντας να φθάσουν τα πράγματα σε σύγκρουση για να έχει αφορμή να κάνει πόλεμο με τους Δρύοπες. Δεν ήταν άλλωστε δύσκολο γι΄ αυτόν, δεδομένου ότι επρόκειτο για έναν απολίτιστο, άξεστο ήρωα, όπως ήταν οι Δωριείς τον καιρό της «καθόδου». Μετά την άρνηση του ζευγολάτη-βασιλιά, ο Ηρακλής σταμάτησε τα βόδια, ξέζεψε το ένα, το θυσίασε και το έφαγαν. Ο Θειοδάμας γύρισε στην πόλη, μάζεψε στρατό και επιτέθηκε. Στην αρχή ο Ηρακλής τα βρήκε δύσκολα, τόσο που, για να μπορέσουν να τους αντιμετωπίσουν αναγκάστηκε να οπλίσει και τη Διηάνειρα, που μάλιστα πληγώθηκε στο στήθος. Στο τέλος όμως ο Ηρακλής νίκησε, σκότωσε το Θειοδάμαντα, πήρε όμως μαζί του το ανήλικο παιδί του βασιλιά, τον Ύλα, να το φροντίζει.

Ανάμεσα στους ονομαστούς ήρωες που πήραν μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία ήταν και ο Ηρακλής. Μαζί του και το βασιλόπουλο των Δρυόπων, ο Ύλας, μεγαλωμένος υπό την καθοδήγηση του ήρωα ώστε να γίνει στρατιώτης-ακόλουθός του. Όταν οι Αργοναύτες βρίσκονταν στη Μυσία, στις εκβολές του ποταμού Κίου, τους σώθηκε το νερό και έστειλαν τον Ύλα στο δάσος να φέρει από μια πηγή. Εκεί όμως τον είδαν οι Νύμφες της πηγής, τους άρεσε, καθώς ήταν πολύ όμορφος και τον άρπαξαν. Μάλιστα, μια παραλλαγή του μύθου θέλει την αρπαγή να γίνεται από την Νύμφη πλέον Δρυόπη, βασιλοπούλα και αυτή, πρόγονή του, που οι Νύμφες την ευνόησαν παίρνοντάς την μαζί τους. Ο Ηρακλής άρχισε να τον αναζητάει, τριγυρνώντας μέσα στο δάσος και φωνάζοντας το όνομά του, χωρίς αποτέλεσμα, αφού οι Νύμφες μεταμορφώνουν τον Ύλα σε αντίλαλο που απαντά πολλές φορές στο κάλεσμα του Ηρακλή. Μια άλλη από τις πολλές παραλλαγές του μύθου μας λέει ότι ο Ηρακλής ακολουθώντας τους Αργοναύτες υποχρέωσε προηγουμένως  τους κατοίκους της Μυσίας να συνεχίσουν να ψάχνουν τον Ύλα και μάλιστα ότι, για να τους κάνει να κρατήσουν την υπόσχεσή τους, πήρε ομήρους νέους από τις καλύτερες οικογένειες. Οι κάτοικοι της περιοχής καθιέρωσαν γιορτή προς τιμήν του Ύλα, κατά την οποία πρόσφεραν θυσία στην πηγή που είχε αυτός χαθεί. Ο Ιερέας φώναζε το όνομά του τρείς φορές και ισάριθμες απαντούσε ο αντίλαλος. Οι κάτοικοι της Κίου ή της Προύσας τον λάτρεψαν ως θεό της βλάστησης, τον γιόρταζαν τρέχοντας στα βουνά και καλώντας τον με το όνομά του «Ύλα, Ύλα, Ύλα». Αυτή η γιορτή γιορταζόταν ως την εποχή του Στράβωνα, ενώ την αναβίωσε προ ολίγων ετών σχολείο της Νέας Κίου στην Αργολίδα.

Η απεικόνιση της ιστορίας του Ύλα στη Μυσία υπήρξε ένα από τα αγαπημένα θέματα της ζωγραφικής, ενώ επίσης τον μύθο διαπραγματεύθηκαν πολλοί ποιητές, μεταξύ των οποίων ο Θεόκριτος από το έργο του οποίου οι παρακάτω στίχοι:

«Ἀλλά καί Ἀμφιτρύονος ὁ χαλκεοκάρδιος υἱός,

Ὄς τόν λῖν ὑπέμεινε τόν ἄγριον, ἤρατο παιδός,

Τῳ χαρίεντος Υλα, τῳ τάν πλοκαμῖδα φορεῦντος,

Καί νιν πάντ’ ἐδίδαξε, πατήρ ὡσεί φίλον υἶα,

Ὄσσα μαθών ἀγαθός καί ἀοίδιμος αὐτός ἐγένετο.»

Δηλαδή: ακόμα και ο γιος του Αμφιτρύωνα με την ατσάλινη καρδιά, που νίκησε τον άγριο λέοντα, αγάπησε ένα γοητευτικό νέο τον Ύλα, που τα μαλλιά του πέφτανε σε μπούκλες, και όπως ο πατέρας με αγαπημένο γιο, του έμαθε όλα τα πράγματα που τον έκαναν ισχυρό άντρα, και διάσημο.

Ανωτέρω πίνακας του Waterhouse (Πινακοθήκη του Μάντσεστερ, Αγγλία) με θέμα: ο Ύλας και οι Νύμφες. Βέβαια εδώ η απεικόνιση του Ύλα δεν συμφωνεί με την περιγραφή του Θεοκρίτου,  στους στίχους του οποίου ο Ύλας ήταν ξανθός («Ὕλας ὁ ξανθός ὕδωρ ἐπιδόρπιον οἴσων») και τα μαλλιά του πέφτανε σε μπούκλες.


Ηλίας Κ. Μηναίος


Πηγές:

Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα τόμ. 11, λ. Αρκαδία(αρχαία)/Ιστορία

Μηνιαίο περιοδικό ιστορικής ύλης: Ιστορία εικονογραφημένη,  τεύχ. 290, σ. 9-12,

 «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ» Εκδοτικής Αθηνών Τόμ. 3 και 4

Θεοκρίτου "Ειδύλλια"

Περιοδικά «ΜΥΣΤΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ» τεύχ. 37, και «ΙΧΩΡ» τεύχ. 62, στα οποία περιέχεται ο πίνακας του Waterhouse «Ο Ύλας και οι Νύμφες» με τις σχετικές πληροφορίες 

 


Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2020

Η ΑΣΙΝΗ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟ ΚΑΙ ΦΥΛΕΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΩΝ ΔΡΥΟΠΩΝ

Στη Βιβλιοθήκη VICTORIA UNIVERSITY, στο Τορόντο του Καναδά, βρίσκεται σήμερα ένας πάπυρος από την Αίγυπτο στον οποίο περιλαμβάνεται ένα απόσπασμα χαμένου παιάνα του Βακχυλίδη. Ο παιάνας γράφτηκε τον 5ο αιώνα π. Χ. αλλά αναφέρεται σε πολύ παλαιότερο μύθο αναγόμενο στα μυκηναϊκά χρόνια. 

Σύμφωνα με το μύθο αυτό, ο Μελάμπους, ο παλαιότατος γενάρχης των μάντεων και θεραπευτών της αρχαιότητας, ο «τήν διά φαρμάκων καί καθαρμῶν θεραπείαν πρῶτος εὑρών» (Απολλόδωρου Β΄ , 2, 1) με την εύνοια του θεού Απόλλωνος, αφού θεράπευσε τη γυναίκα και τις κόρες του βασιλιά Προίτου της Τίρυνθας από τη μανία  που τις είχε καταλάβει και πήρε για σύζυγο μια από αυτές, την Ιφιάνασσα, μαζί με μεγάλο μέρος του βασιλείου της Τίρυνθας για αντάλλαγμα, στη συνέχεια ίδρυσε στην Ασίνη το ιερό του Απόλλωνος Πυθαέως. Για το σκοπό αυτό προηγήθηκε ένα ταξίδι του Μελάμποδος σε όλο το δρυοπικής πληθυσμιακής σύνθεσης τμήμα της Αργολικής και από κάθε πόλη έφερε κάτι, αφού όλοι αυτοί, ως Δρύοπες, θα μετείχαν στη λατρεία. Δρυοπικού πληθυσμιακού στοιχείου ήταν όλα τα μεταξύ των περιοχών Επιδαύρου και Ναυπλίου παράλια μαζί με την ενδοχώρα τους και τις γύρω νήσους και νησίδες. Το γεγονός της συμμετοχής όλων αυτών των πληθυσμών στον λατρευτικό κύκλο του ιερού του Απόλλωνος Πυθαέως στην Ασίνη, αναδεικνύει αυτήν σε θρησκευτικό κέντρο όλων αυτών των Δρυόπων, σε πόλη ιερή [λεπτομερειακή ανάλυση του θέματος: W. S. BARRET BACCHYLIDES, ASINE AND APOLLO PYTHAIEUS (HERMES 1954, σελ. 421-442)].

Οι Δρύοπες, από τότε που κατοικούσαν στην Δρυοπίδα χώρα (μεταξύ Παρνασσού, Οίτης και εκβολών του Σπερχειού) πλάι στους Δελφούς (Πυθώ κατά τους ομηρικούς χρόνους), τιμούσαν ιδιαίτερα τον Απόλλωνα. Τον θεωρούσαν μάλιστα γενάρχη της βασιλικής τους οικογένειας ύστερα από ερωτικό του σμίξιμο με την βασιλοπούλα Δρυόπη, κάποια ημέρα που αυτή έβοσκε τα πρόβατα του πατέρα της στις πλαγιές της Οίτης. Την λατρεία του μετέφεραν πάντα στις νέες τους εγκαταστάσεις κατά την ιστορική τους διαδρομή.


Στην εικόνα η Δρυόπη κρατώντας  στην αγκαλιά τον Άμφισσο, καρπό από το ερωτικό σμίξιμό της με τον Απόλλωνα (από γκραβούρα  Crispijn van de Passe (I), Johannes Posthius, 1602-1607, Άμστερνταμ, Rijksmuseum).

Είναι γνωστό ότι ισχυρό μέσο για την πολιτική επιβολή μιας πόλης ήταν η καθιέρωσή της ως θρησκευτικό κέντρο. Μέσα από το θρησκευτικό κύρος που τότε αποκτούσε προσπαθούσε να πετύχει τον έλεγχο των άλλων πόλεων που συμμετείχαν στη λατρεία. Το ιερό αυτό του Πυθαέως Απόλλωνος, σεβαστό σε όλους τους Δρύοπες της αργολικής χερσονήσου και των πέριξ νήσων, έδινε στην Ασίνη αυτό το πλεονέκτημα, αναδεικνύοντάς την όχι μόνο ως θρησκευτικό αλλά και φυλετικό τους κέντρο, μέχρις την καταστροφή της από τους Αργείους κατά τα τέλη του 8ου με αρχές του 7ου π. Χ. αιώνα. Μάλιστα και οι Αργείοι το σεβάστηκαν, δεν το κατέστρεψαν, ενταφιάζοντας εκεί τον Λυσίστρατο που έπεσε κατά την κραταιά άμυνα των Ασιναίων.

Τον 7ο αιώνα, μετά από την καταστροφή της Ασίνης, ιδρύεται από τους υπόλοιπους Δρύοπες της χερσονήσου μας η Αμφικτυονία της Καλαυρείας. Σε σχετικό δημοσίευμα διαβάζουμε:

«… είναι πιθανή η προέλευση της Αμφικτυονίας της Καλαυρείας από κάποιο προγενέστερο φυλετικό και θρησκευτικό δέσιμο των Δρυοπικών πόλεων που απετέλεσε το προζύμι για την ισχυρή πολιτική Αμφικτυονία … (7ος αιώνας π. Χ.) προκειμένου να προστατευθούν από τον επεκτατισμό του Άργους» (περιοδικό «Έπαθλο», τεύχος 24).

Σίγουρα αυτό το προγενέστερο φυλετικό και θρησκευτικό δέσιμο των Δρυόπων σφυρηλατήθηκε στην Ασίνη με τη λατρεία του Απόλλωνα και η καταστροφή της γέννησε την ανάγκη ίδρυσης της Αμφικτυονίας της Καλαυρείας, προκειμένου να προστατευθούν από τον επεκτατισμό του Άργους.

Η θέση του ναού  Απόλλωνος Πυθαέως Ασίνης δεν είναι εξακριβωμένη. Κατά τον 19ο αι. πιστευόταν ότι ήταν στην Κάντια, όπου ίχνη αρχαίου ναού. Στις αρχές του 20ου αιώνα οι Σουηδοί ανασκαφείς πιθανολόγησαν ότι βρισκόταν στην κορυφή της Μπαρμπούνας, όπου επίσης υπήρχαν απομεινάρια αρχαίου ναού. Σήμερα πιθανολογείται η ταύτισή του με αρχαίο ναό τα ίχνη του οποίου εντοπίστηκαν στα Λευκάκια, πλάι στον σημερινό ναό της Υπαπαντής. 

Η λατρεία του Απόλλωνα δεν ήταν η μόνη που συνέδεε τους Δρύοπες. Λάτρευαν επίσης τον γενάρχη τους Δρύοπα τον οποίο είχαν θεοποιήσει. Ένα από τα ιερά της Ασίνης ήταν αφιερωμένο σε αυτόν, είχαν μάλιστα εκεί ένα άγαλμά του θεού που το είχαν φέρει από τη Δρυοπίδα όταν ήρθαν εδώ ως πρόσφυγες και το πήραν πάλι μαζί τους όταν μετά την καταστροφή από τους Αργείους, κατέφυγαν τελικά στην Μεσσηνία. Ο Παυσανίας ("Μεσσηνιακά" κεφ. 34) μιλώντας για τους Ασιναίους της Μεσσηνίας μας λέει (σε ελεύθερη απόδοση): "Έχουν ένα ναό του Απόλλωνα και ένα ιερό του Δρύοπα με άγαλμα αρχαίο". 

Τον κατάλογο των δρυοπικών πόλεων και νήσων της αργολικής χερσονήσου μας δίνει ο Αδ. Κύρου ("Στο σταυροδρόμι του Αργολικού κόλπου" τ. Α΄), ο οποίος επίσης μας μεταφέρει τη συγκεκριμένη πληροφορία για τον παιάνα του Βακχυλίδη: Ασίνη, Ηιόνες,  Μάσης (στους λόφους Φούρνοι και Κάστρο, κοντά στην Κοιλάδα), Αλίκη ή Αλική (μετέπειτα Αλία, Αλιείς, σήμερα Πορτοχέλι), Ερμιών (Ερμιώνη),  Δρυόπη («Δρυόπη η πόλις περί την Ερμιώνα», γράφει ο Στέφ. Βυζάντιος), Πιτυούσα (ν. Σπέτσαι), Απεροπία (ν. Δοκός), Υδρέα ( ν. Ύδρα), Καλαυρία (ν. Πόρος).


Ηλίας Κ. Μηναίος