Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2022

Ο ΞΕΝΗΤΕΜΕΝΟΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΤΗΣ ΑΣΙΝΗΣ

Στη στήλη «ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ» της εφημερίδας «Η Καθημερινή» 09-12-2007, υπάρχει ένα κείμενο του Τάκη Καμπύλη, όπου κάτω από τον υπότιτλο «Ο πολιτιστικός ιμπεριαλισμός» διαβάζουμε τα ακόλουθα:

«Το 1872 στο Ράιχσταγκ - ένα μόλις χρόνο μετά τη γερμανική ενοποίηση υπό τον Βίσμαρκ - ο βουλευτής Φρίντριχ Καπ στηλιτεύει τη γερμανική ολιγωρία στον τομέα των ανασκαφών. «Η Αγγλία και η Γαλλία μάς έχουν ξεπεράσει στην ανακάλυψη της Αρχαίας Ελλάδας». Το επιχείρημα είχε τέτοια βαρύτητα που σχεδόν άμεσα - όπως μας πληροφορεί η Χριστίνα Κουλούρη (αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου) - η γερμανική αρχαιολογική αποστολή άρχισε να σκάβει στην Ολυμπία.

Η «διπλωματία της αρχαιολογίας», σημειώνει η Χριστίνα Κουλούρη, «ήταν ένα κομμάτι της αποικιοκρατικής πολιτικής του 19ου αιώνα. Ήταν η εποχή των μεγάλων μουσείων και του μεταξύ τους ανταγωνισμού. Οι συμφωνίες των μεγάλων δυνάμεων αφορούσαν την ανάληψη του κόστους των ανασκαφών έναντι της μεταφοράς κάποιων σημαντικών ευρημάτων στις πρωτεύουσές τους».

Η Σουηδία, σαν αυτοκρατορική δύναμη της Σκανδιναβικής που υπήρξε μέχρι το 1905, δεν μπορούσε να υστερήσει. Έστω και με κάποια καθυστέρηση αποφασίζει: «πριν να είναι πολύ αργά, να συμβάλλουμε στην έρευνα της Κλασσικής περιόδου της Αρχαίας Ελλάδας που αυτή τη στιγμή προωθείται πολύ ενεργά από διάφορα έθνη». Το  1920 επισκέπτεται τη χώρα μας ο διά­δο­χος του βα­σι­λι­κού θρό­νου της Σου­η­δί­ας Gustaf VI Adolf, ένθερμος ερασιτέχνης αρχαιολόγος και η ομορφιά του τοπίου ελκύει το ενδιαφέρον του για την Ασίνη.

Ομάδα Γάλλων είχε αρχίσει τις έρευνες εδώ, όταν όμως πληροφορήθηκαν το ενδιαφέρον του να ξεκινήσουν ανασκαφές από Σουηδούς εγκατέλειψαν τις προσπάθειές τους. Μια επιτροπή που συστάθηκε στη Σουηδία για το σκοπό αυτό, με τον διάδοχο πρόεδρό της, ορίζει τους πλέον διακεκριμένους αρχαιολόγους Frödin και Person διευθυντές των ανασκαφών αυτών, που θα ήταν οι πρώτες μεγάλες σουηδικές αρχαιολογικές επιχειρήσεις στη Μεσόγειο.

Στη Σουηδία το ενδιαφέρον για την αποστολή και το σκοπό της υπήρξε πολύ ζωηρό και δεν άργησε να συγκεντρωθεί από διαφόρους δωρητές το απαραίτητο χρηματικό κεφάλαιο. Επίσης από διάφορες κατευθύνσεις προσφέρθηκαν τα απαραίτητα υλικά και εφόδια, η Brostrom Shipping Company ανέλαβε να τα μεταφέρει δωρεάν, ενώ η Ελληνική Πρεσβεία και το γενικό Προξενείο στη Σουηδία φρόντισε αυτά να εισαχθούν στην Ελλάδα άνευ δασμών. Έτσι, το χειμώνα 1921 προς 1922 όλα ήταν έτοιμα για την «Ασιναϊκή αποστολή του διαδόχου», με την αναχώρηση να ορίζεται το αργότερο την 10η Φεβρουαρίου. Μετά την άφιξη στην Ελλάδα και τις απαραίτητες εδώ προετοιμασίες, οι ανασκαφικές εργασίες - που όπως προέβλεπαν διήρκεσαν για πολλά χρόνια - ξεκίνησαν τον Σεπτέμβριο και δεν άργησαν τα καλά αποτελέσματα από τις πρώτες κιόλας εβδομάδες.

Όμως, δεν βρισκόμασταν ακόμα στον 19ο αιώνα και καθώς φαίνεται ο νόμος πλέον έθετε σοβαρά εμπόδια στην εξαγωγή αρχαιολογικών ευρημάτων από τη χώρα. Έτσι, έπρεπε να βρεθούν τρόποι για την υπέρβαση των εμποδίων. Ας δούμε λοιπόν την όλη μεθόδευση:

Με το πέρας των εργασιών της πρώτης κιόλας ανασκαφικής περιόδου, προφανώς κατόπιν αιτήσεώς τους, εκδίδεται Νομοθετικό Διάταγμα της 9ης Νοεμβρίου 1922 (ΦΕΚ 232/12 Νοεμβρίου 1922), με το οποίο τους δίδεται η άδεια μεταφοράς των ευρημάτων στη χώρα τους, ως εξής:

Επρόκειτο δηλαδή για έναν ιδιότυπο δανεισμό, που, σύμφωνα με διατυπωμένη άποψη, ήταν στημένος πάνω στις προσωπικές σχέσεις του Σουηδού πρίγκιπα Γουσταύου με την ελληνική βασιλική οικογένεια.

Σε επόμενη φάση εκδίδεται στις 26 Απριλίου 1926, αυτή τη φορά με την υπογραφή του δικτάτορα Θ. Πάγκαλου, νέο Ν. Δ. (ΦΕΚ 144/5 Μαΐου 1926) που αφορούσε αυτά του ευρέθησαν μετά από το 1922 καθώς και αυτά που θα ανακαλύπτονταν το 1926. Τα κυριότερα σημεία του εικονίζονται κατωτέρω: 

Ο Θ. Πάγκαλος αποβιβάζεται στο Καστράκι το 1926. Επρόκειτο για επίσημη επίσκεψη του δικτάτορα, ο οποίος απεβιβάσθη στην Αρχαία Ασίνη και ξεναγήθηκε στο χώρο των ανασκαφών. Η Φωτογραφία είναι από το βιβλίο του Axel WPersson: “ASINE DE SVENSKA UTGRAVNINGARNA” .

Πρόσφατα ήρθε στο φως της δημοσιότητας αλληλογραφία των Σουηδών με την ελληνική κυβέρνηση, κατά το δίμηνο Μαΐου-Ιουνίου 1929, στην οποία γίνεται λόγος για συμφωνία μετατροπής του ενετικού οπλοστασίου Ναυπλίου, το οποίο τότε χρησίμευε ως Λέσχη Αξιωματικών, σε μουσείο για τα ευρήματα της Ασίνης. Η μετατροπή θα γινόταν με δαπάνη της Σουηδικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, της οποίας πρόεδρος ήταν ο διάδοχος του θρόνου της Σουηδίας. Ευνόητο ότι αυτό δεν θα γινόταν χωρίς αντάλλαγμα. Ληγούσης της προθεσμίας επιστροφής των ευρημάτων, ο Σουηδός πρέσβης με επιστολή του υπενθυμίζει στον Ελ. Βενιζέλο τη συμφωνία, επισημαίνοντας ότι, αν και έχουν ήδη ανασυσταθεί από τη Σουηδία και ευρίσκονται καθ’ οδό προς την Ελλάδα περισσότερα από  1000 νέα κομμάτια, το κτίριο δεν έχει ακόμα εκκενωθεί και παραδοθεί. Το πρόβλημα επιλύεται τάχιστα, μάλιστα με τις ευχαριστίες της Ελληνικής Κυβέρνησης για τη σουηδική προσφορά.

Πολύ διαφωτιστική για την υπόθεση είναι μια κατά τι μεταγενέστερη επιστολή του Εφόρου Αρχαιοτήτων Νικ. Ι. Μπέρτου προς τον Βενιζέλο, όπου διαβάζουμε: 

“ Προς τον Κύριον Πρόεδρον της Κυβερνήσεως

Κύριε Πρόεδρε,

Οι Σουηδοί ενήργησαν κατά το έτος 1926, όπως και προηγουμένως, ανασκαφάς εν Ασίνη της Αργολίδος. Τα εκ των ανασκαφών τούτων ευρήματα η τότε δικτατορία επέτρεψεν, δια Ν. Δ., εις αυτούς, να τα παραλάβωσιν εις Σουηδίαν, προς συγκόλλησιν και μελέτην, υπό τον ρητόν όρον να τα επιστρέψωσιν εντός τριών ετών.

Η προθεσμία της επιστροφής των ευρημάτων τούτων έχει ήδη λήξει από τον περασμένον Αύγουστον. Εν τω μεταξύ οι Σουηδοί εξεδήλωσαν την επιθυμίαν να τους χαρισθώσι μερικά εκ των ευρημάτων τούτων, όσα φυσικά ήθελον κριθεί άχρηστα δια τα Μουσεία και τας συλλογάς μας. Προς τούτο μάλιστα προσεφέρθησαν, αγνοούντες την Ελληνικήν νομοθεσίαν, να καταβάλωσι αυτοί τα έξοδα ταξιδίου εις Σουηδίαν, Ελλήνων αρχαιολόγων, ίνα επί τόπου κριθώσι και αποχωρισθώσι τα εις αυτούς μέλλοντα να προσφερθώσιν ως άχρηστα αρχαία αντικείμενα.

Το Υπουργείον της Παιδείας ώρισε δύο κατ’ Αρχάς και κατόπιν και τρίτον αρχαιολόγον ίνα εκτελέσωσι την αποστολήν ταύτην.

Μεταξύ των υπό του Υπουργείου ορισθέντων είναι και ο Έφορος της Ζ΄ αρχαιολ. Περιφέρειας εις ην ανήκει η Ασίνη και όστις έτυχε να είναι ο γράφων τας γραμμάς ταύτας.

Παρουσθιασθείς εις τας προϊσταμένας αρχάς εδήλωσα ότι αδυνατώ να αναλάβω την τοιαύτην αποστολήν, διότι την θεωρώ αναξιοπρεπή και διότι είναι και παράνομος. Πράγματι, κύριε Πρόεδρε, είμαι ανίκανος ως Έλλην και δη αρχαιολ. υπάλληλος του κράτους, να ταξιδεύω με Σουηδικά χρήματα εις Σουηδίαν, δια να χαρίσω εις τους Σουηδούς αρχαία αντικείμενα. Και έχω την πεποίθησιν ότι Σεις θέλετε εκτιμήσει, όσον και όπως πρέπει, την τοιαύτην μου αντίληψιν.

Αλλά και αν υποτεθή ότι ήθελε τις παρίδει την τοιαύτην του ζητήματος άποψιν, ουδέποτε είναι δυνατόν να παραμελήση την άποψιν του παρανόμου του ζητήματος.

Περί της αχρηστότητος των αρχαίων αντικειμένων αποφασίζει κατά τον νόμον το Αρχαιολ. Συμβούλιον, παμψηφεί. Ουδείς δε νόμος ομιλεί περί δικαιώματος του αρχαιολ. Συμβουλίου να μεταβιβάζη εις επιτροπήν το δικαίωμά του τούτο. Και ο λόγος είναι φανερός: θέλει να προφυλάξη τον αρχαιολογικόν μας θησαυρόν από ενδεχόμενην κατάχρησιν δια της μεθόδου της αχρηστότητος

Φυσικά οι ενεργούντες, όπως αναφέρω προς υμάς ανωτέρω, έχουν τον νόμον τούτον υπ’ όψει και με μίαν ευρυτάτην τούτου ερμηνείαν, ισχυρίζονται ότι οι αποστελλόμενοι εις Σουηδίαν αρχαιολόγοι θα αποχωρίσωσι τα κατά την κρίσιν των άχρηστα και επιστρέφοντες θα εισηγηθώσι περί αυτών εις το αρχαιολ. Συμβούλιον, το οποίον θα αποφασίσει οριστικώς περί της αχρηστότητος. Εδώ όμως ακριβώς έγκειται ο κίνδυνος από τον οποίον θέλει να προφυλάξει ο νόμος τας αρχαιότητας. Τα μέλη του αρχαιολ. συμβουλίου θα κληθώσι να αποφασίσωσι περί αντικειμένων τα οποία και αυτοί δεν είδον και τα οποία ούτε οι αποστελλόμενοι εις Σουηδίαν αρχαιολόγοι θα δυνηθώσι να εξετάσωσιν επισταμένως, αφού πρόκειται περί τριών – τεσσάρων εκατοντάδων κιβωτίων.

Είναι βέβαιον από τούδε, Κύριε Πρόεδρε, ότι αρκετά μέλη του αρχαιολ. Συμβουλίου δεν θα δυνηθώσιν, ενόρκως εκτελούντες το καθήκον των να ψηφίσουν υπέρ της αχρηστότητος των εν Σουηδία ευρισκομένων αντικειμένων.

Και τότε τί θα συμβή; Θα υποχρεωθώσιν απλούστατα οι Σουηδοί να αποστείλωσιν όλα τα αντικείμενα εις την Ελλάδα δια να ληφθή κανονικώς και νομίμως η περί αχρηστότητος μερικών εξ αυτών απόφασις του αρχαιολ. Συμβουλίου.

Αλλά δεν νομίζετε, Κύριε Πρόεδρε, ότι δεν είναι αξιοπρεπές να υποβληθώσιν οι άνθρωποι αυτοί εις τα έξοδα του ταξιδίου των Ελλήνων αρχαιολόγων, αφ’ ού ο σκοπός, δια τον οποίον υποβάλλονται εις την δαπάνην ταύτην, ο εν Σουηδίαν δηλ. καθορισμός των αχρήστων δεν πρόκειται να επιτευχθή;

Και άλλος σπουδαιότατος λόγος, Κύριε Πρόεδρε, επ’ εσχάτων αναφανείς επιβάλλει την μετά μεγίστης προσοχής και επιμελείας υφ’ ολοκλήρου του αρχαιολογικού μας κόσμου εξέτασιν των αντικειμένων τούτων. Ανεγράφη εις ξένας εφημερίδας, ότι μεταξύ των ευρημάτων τούτων ανευρέθη η κλεις της ετεοκρητικής γραφής. Την σημασίαν του κοσμοϊστορικού τούτου γεγονότος αντιλαμβάνεται πας τις, όπως και την σημασίαν, την οποίαν αιφνιδίως αποκτώσι τα ευρήματα ταύτα της Ασίνης. Η περί αχρηστότητος των ευρημάτων τούτων απόφασις έχομεν την γνώμην, ότι πρέπει να εξασφαλισθή δια νέου ειδικού και επιστημοτέρου νόμου και όχι, καθ’ όν χρόνον όλος ο επιστημονικός κόσμος στρέφει με θαυμασμόν και ανυπομονησίαν τα βλέμματά του προς τα αντικείμενα ταύτα το Ελληνικόν κράτος να αποστέλλη δύο αρχαιολόγους δια να κρίνωσι περί της αχρηστότητος μερικών εξ αυτών εν Σουηδία.

Με την ακράδαντον πεποίθησιν, Κύριε Πρόεδρε, ότι την στιγμήν ταύτην εκτελώ εν των υψίστων μου καθηκόντων ως φρουρός των υπό την δικαιοδοσίαν μου αρχαιοτήτων, αναγκάζομαι να καταφύγω προς υμάς, αφού προηγουμένως τα πάντα, άνευ αποτελέσματος κατέστησα γνωστά εις τας προϊσταμένας μου αρχάς και αυτόν τον κ. Υπουργόν της Παιδείας. Έχω δε πλήρη την βεβαιότητα ότι θέλετε δώσει την εμπρέπουσαν λύσιν εις το ζήτημα τούτο διατάσοντες την αναστολήν της αναχωρήσεως των Ελλήνων αρχαιολόγων και την επιστροφήν όλων των εν Σουηδία ευρημάτων της Ασίνης εις την Ελλάδα, οπόθεν, εάν η Κυβέρνησις θέλει δύναται να αποστείλη τα πράγματι άχρηστα πράγματα εις Σουηδίαν.

Εν Αθήναις τη 11 Νοεμβρίου 1929

Μετά σεβασμού

Νικ. Ι. Μπέρτος

Έφορος  αρχαιοτήτων Ζ΄ αρχαιολ. Περιφέρειας

Όμως, κατά πόσον ήταν ειλικρινής ο Έφορος αρχαιοτήτων, ότι πρόθεσή του ήταν η νομιμότητα και η προστασία του αρχαιολογικού θησαυρού από ενδεχομένην  κατάχρησιν δια της μεθόδου της αχρηστότητος; Προς τούτο ας δούμε τι αναφέρει σχετικά δημοσίευμα της εφημερίδας του Ναυπλίου «Σύνταγμα» της 22ας Αυγούστου 1926: 

«ΑΝΑΓΚΗ ΜΟΥΣΕΙΟΥ»: «Τήν ἀνάγκην ἱδρύσεως εὐπροσώπου και ἀσφαλοῦς Μουσείου, ὑπέδειξε προς τήν Κυβέρνησιν ὁ κ. Μπέρτος, ὅστις ἐπί πλέον ἐπέτυχε διά τῆς ἐνταῦθα Σουηδικῆς ἀρχαιολογικῆς ὁμάδος ἵνα τά ἔξοδα διατεθῶσιν ὑπό τῆς Σουηδικῆς Κυβερνήσεως, ἀρκεῖ νά διατεθῆι ὑπό τῆς Ἑλληνικῆς τοιαύτης ὁ ἐν τῆι πλατείᾳ τοῦ Συντάγματος στρατών, κριθείς ὡς μόνος κατάλληλος διά Μουσεῖον».

Ώστε λοιπόν η αγωνία του ήταν μήπως ικανοποιηθούν οι Σουηδοί παίρνοντας κάποια ευρήματα ως άχρηστα ή δήθεν άχρηστα και χαθεί η σουηδική οικονομική βοήθεια για τη δημιουργία νέου Μουσείου στο Ναύπλιο, την οποία αυτός προωθούσε ήδη από το 1926.


Οι Νικ. Μπέρτος (δεξιά) και Αξ. Περσόν (στο μέσον) - Φωτογραφία από το αρχείο του δευτέρου, δημοσιευμένη στην ομάδα του facebook "Αργοναυπλια-Ερμιονίδα-Τροιζηνία διαχρονικά και λαογραφικά".

Όσο για τους Σουηδούς, βλέπουμε ότι μέχρι τέλους προωθούσαν παράλληλα τόσο την διά της αχρηστότητας μέθοδο όσο την διά ανταλλάγματος. Οι ίδιοι μας πληροφορούν για την κατάληξη με αναρτήσεις του Gustavianum, Μουσείου του  Πανεπιστημίου της Ουψάλας, όπου διαβάζουμε:

«The Asine Collection, which is curated by Gustavianum, Uppsala University museum, came to Uppsala through an agreement between Sweden and Greece after the Swedish excavations in Asine during the years 1922 to 1930. Thanks to a unique exchange agreement, Sweden was allowed to keep all stratigraphic material (i.e. material from different occupational horizons) collected in the spring of 1926, together with parts of the material from  chamber tomb I:1 and some complete vases from different periods. In exchange, Greece was given a collection of Swedish stone age objects, as well as economic support for the refurbishment of the Venetian arsenal in Nauplion as an archaeological museum».

Σε δική μου μετάφραση:

«Η Συλλογή Asine την οποία επιμελείται το Gustavianum, Μουσείο Πανεπιστημίου της Ουψάλας, ήρθε στην Ουψάλα μέσω συμφωνίας μεταξύ Σουηδίας και Ελλάδας μετά από τις σουηδικές ανασκαφές στην Ασίνη κατά τα έτη 1922 έως 1930. Χάρη σε μια μοναδική συμφωνία ανταλλαγής, επετράπη στη Σουηδία να κρατήσει όλο το στρωματογραφικό υλικό  (δηλαδή υλικό από διαφορετικούς επαγγελματικούς ορίζοντες) που συλλέχτηκε την άνοιξη του 1926, μαζί με  τμήματα του υλικού από τον ταφικό θάλαμο Ι:1 και κάποια ακέραια δοχεία από διαφορετικές περιόδους. Σε αντάλλαγμα, δόθηκε στην Ελλάδα μια συλλογή αντικειμένων από τη σουηδική λίθινη εποχή, καθώς και οικονομική υποστήριξη για την ανακαίνιση του βενετσιάνικου οπλοστασίου στο Ναύπλιο ως αρχαιολογικό μουσείο.»

Στη συνέχεια διαβάζουμε ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες: 

«The grave goods and vases are today housed in Medelhavsmuseet (The Museum of Mediterranean and Near Eastern Antiquities) in Stockholm, whereas the stratigraphic material from the spring field season of 1926 forms the Asine Collection in Uppsala. The Collection, which comprises approximately 6000 boxes containing about 15 metric tons of unsorted material, includes large amounts of pottery, bones (mostly from animals), shells, glass, tiles and different categories of so-called small finds. The major part of the Collection derives from the late Bronze Age, but material ranging from the early Bronze Age to the Roman period is also represented».

Δηλαδή:

«Τα βαρέα αγαθά και τα αγγεία φιλοξενούνται σήμερα στο Medelhavsmuseet (Μουσείο Μεσογειακών και Εγγύς Ανατολικών Αρχαιοτήτων) στη Στοκχόλμη, ενώ το στρωματογραφικό υλικό από την εαρινή περίοδο του 1926 αποτελεί τη συλλογή Asine στην Ουψάλα. Η Συλλογή, η οποία περιλαμβάνει περίπου 6.000 κιβώτια που περιέχουν περίπου 15 μετρικούς τόνους μη διατεταγμένου αδιαχώριστου υλικού, περιλαμβάνει μεγάλες ποσότητες αγγειοπλαστικής, οστών (κυρίως από ζώα), όστρακα, γυαλί, κεραμόπλακες και διάφορες κατηγορίες λεγόμενων μικρών ευρημάτων. Το μεγαλύτερο μέρος της συλλογής προέρχεται από την ύστερη εποχή του Χαλκού, αλλά εκπροσωπείται επίσης υλικό που κυμαίνεται από την πρώιμη εποχή του Χαλκού έως τη Ρωμαϊκή περίοδο».

Ενώ σε άλλη ανάρτηση:

«The assemblage of finds from the 1926 campaign in the Lower Town, ca 25 tons, was kept intact and is now in the Museum Gustavianum in Uppsala. The tomb finds are kept in the Museum of Mediterranean Antiquities in Stockholm».

Δηλαδή: 

«Η συνάθροιση των ευρημάτων από την επιχείρηση του 1926 στην Κάτω Πόλη, περίπου 25 τόνων, διατηρήθηκε άθικτη και ευρίσκεται τώρα στο Μουσείο Gustavianum  της Ουψάλας. Τα ευρήματα του τάφου φυλάσσονται στο Μουσείο Μεσογειακών Αρχαιοτήτων στην Στοκχόλμη».

Ποιο να ήταν άραγε το υλικό που κράτησαν οι Σουηδοί από τον ταφικό θάλαμο Ι:1; Μήπως σχετίζονται τα παρακάτω αναφερόμενα από τον αρχαιολόγο Neander Nilsson;

«Η παρουσία πλούτου χρυσών ευρημάτων σ’ αυτόν τον τάφο τον έχουν κάνει ήδη αντικείμενο μυθικής θεωρίας. Σύμφωνα με τις δοξασίες (…) αυτός είναι ο τελευταίος τόπος ανάπαυσης του μεγάλου και γενναίου βασιλιά Μαιάνδρου, νόμιμου γιου του Αγαμέμνονα των Μυκηνών, που έπεσε στα τείχη της Ασίνης στον πόλεμο εναντίον των Αργείων. Αυτός ο βασιλιάς Μαίανδρος φαίνεται να παίζει σπουδαίο ρόλο στους λαϊκούς μύθους της Ασίνης. Απ’ ότι κατάλαβα, Μαίανδρος είναι ένα όνομα της λαϊκής μυθολογίας, ενώ οι διηγήσεις γύρω από αυτόν φαίνεται να έχουν επηρεαστεί αργότερα από την ιστορία του Παυσανία γύρω από τον τελική μεγάλη μάχη της Ασίνης εναντίον του Άργους » (Neander Nilsson, στη σουηδική εφημερίδα Dagens Nyheter, 29 Ιουνίου 1924)

Σχετικά, η εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη αναφέρει: «... πλεῖστα κτερίσματα, ξίφη μετά χρυσῶν λαβῶν, κύπελλα καί ἄλλα ἀγγεῖα, ὧν ἕν κυπριακοῦ τύπου, περιδέραια καί δακτύλιοι».

Επίσης, η εγκυκλοπαίδεια Πυρσός μας ομιλεί για: «... ἀγγεῖα, ξίφη τινά μετά χρυσῶν λαβῶν, οἱ δακτυλιόλιθοι (εἷς εἶναι θαυμασίας τέχνης) καί τά περιδέραια».

Με βάση τα Νομοθετικά Διατάγματα τα ευρήματα όλων των ανασκαφικών περιόδων, με κάποιες εξαιρέσεις, μεταφέρθηκαν αρχικά στη Σουηδία. Ο αρχαιολόγος Ν. Μπέρτος στην επιστολή προς τον Βενιζέλο του ομιλεί μόνο περί «τριών – τεσσάρων εκατοντάδων κιβωτίων» ως ευρισκόμενα ακόμα στη Σουηδία το 1929. Βλέπουμε όμως τους Σουηδούς να μας μιλάνε για τον πραγματικό, τεράστιο όγκο των ευρημάτων που κατέχουν. Ανάμεσά τους ολόκληρη «η συνάθροιση των ευρημάτων από την επιχείρηση του 1926 στην Κάτω Πόλη» και τα πολυτιμότερα από τα ευρήματα του βασιλικού ταφικού θαλάμου. Μια εξήγηση μπορεί να είναι ότι πλήθος των ευρημάτων που είχαν ήδη επαναπατριστεί ξαναπήραν το δρόμο για τη Σουηδία, μαζί με πολύτιμα που αρχικά είχαν εξαιρεθεί και παρέμεναν εδώ βάσει του σχετικού Ν. Δ.  Αντάλλαγμα για όλα αυτά, κάποια μερεμέτια στο ενετικό κτίριο και μια σουηδική συλλογή αντικειμένων αμφιβόλου αξίας, δηλαδή κατά την λαϊκή ρήση: «στάχτη στα μάτια του κόσμου». Όχι βέβαια ότι κάποια καλύτερα ανταλλάγματα θα δικαιολογούσαν την πράξη. Σημειωτέον ότι όρος ήταν η μετατροπή του κτιρίου σε μουσείο για τα ευρήματα της Ασίνης και όχι σε γενικό αρχαιολογικό μουσείο, αλλά ούτε αυτό έγινε…

Έτσι λοιπόν, ο πολιτιστικός ιμπεριαλισμός και η διπλωματία της αρχαιολογίας, για τα οποία μας μίλησαν οι προαναφερθέντες, με τον τρόπο αυτό πρόσθεσαν στα θύματά τους και την Ασίνη…

 

Ηλίας Κ. Μηναίος

 

Λοιπή βιβλιογραφία:

1.    Οι Σουηδικές ανασκαφές στην Ασίνη μέσα από αποσπάσματα / αφιέρωμα στη μνήμη του Axel W. Persson, Εκδ. Σουηδικού Ινστιτούτου Αθηνών έτους 1988.

2.    cityofnafplio.com. history & culture: Η μεταφορά των αρχαιολογικών ευρημάτων της Ασίνης στη Σουηδία για συγκόλληση και μελέτη. Τα Νομοθετικά διατάγματα του 1922 και του 1926.

3. cityofnafplio.com. history & culture: Η επιστολή του Εφόρου της Ζ΄ αρχαιολ. περιφ. για την μεταφορά των ευρημάτων της Ασίνης.

4. cityofnafplio.com. history & culture: Αλληλογραφία σχετικά με τη δημιουργία Μουσείου Ευρημάτων της Σουηδικής Αρχαιολογικής Αποστολής.