Δυο χρόνια χρειάστηκε ο Σεφέρης να ολοκληρώσει το ποίημά του «Ο Βασιλάς της Ασίνης», διότι οι προηγούμενες γραφές δεν τον ικανοποιούσαν. Ώσπου τελικά κάποια νύχτα, καθισμένος σε ένα άδειο τραπέζι, χωρίς να έχει τις σημειώσεις του, εμπνεύστηκε και έγραψε ανάμεσα στις δέκα μ. μ. και στις τρεις το πρωί το ποίημα που γνωρίζουμε. Ποίημα πολύ διαφορετικό από τα τρία προηγούμενα σχεδιάσματα, που άρχιζαν με κάποιους άλλους στοίχους, μελαγχολικούς, με την Ασίνη να παραπονείται:
«Οἱ ραψωδοί δέν ἧρθαν ὥς ἐδῶ, οἱ
τραγικοί μέ ξέχασαν…
………………
προτίμησαν τούς γείτονές μου: τίς Μυκῆνες, τό Ἄργος,
ἄνομες γυναῖκες, βασιλιάδες φονικούς….»
«Πέρασαν μπρός στίς πέτρες μου καί δέν τίς εἶδαν
ἦταν γι’ αὐτούς καράβια χωρίς ναῦτες»
«Κι’ ὅμως τό κάστρο μου γνώρισε κάποτε γυναῖκες ὄμορφες κι’ ἀντρεῖα
παληκάρια
σώματα ζωντανά σάν τό κύμα τῆς θάλασσας, λαμπρά σάν τά χαλίκια»
Με την ιστορία να επαναλαμβάνεται, το ίδιο συνέβη και τους νεότερους χρόνους. Οι διάφοροι περιηγητές, με κάποιες ελάχιστες εξαιρέσεις, άφησαν έξω από τις περιγραφές τους της περιοχή μας, αναφερόμενοι κυρίως στους πιο γνωστούς τόπους, Μυκήνες, Άργος, Ναύπλιο, Επίδαυρο.
Τα τελευταία χρόνια
όμως, η προσπάθεια της συντοπίτισσάς μας Ρεγγίνας Quack συζύγου Παύλου
Μανουσάκη έφερε στο φως μια πηγή που παρέμενε άγνωστη, την αφήγηση του Γερμανού
πρίγκηπα Πύκλερ (Hermann von Pückler – Muskau, 1785-1871), που περιηγήθηκε την
Ελλάδα για έναν ολόκληρο χρόνο, το 1836. Έχοντας και πολλές διευκολύνσεις από
τους Βαυαρούς δεν άφησε σχεδόν κανένα τόπο απ’
έξω. Έτσι, έχουμε από αυτόν μια ενδιαφέρουσα περιγραφή της περιοχής μας,
της περιοχής Ασίνης όπως και επισήμως ονομάζεται από το 1834 με την ίδρυση από
τους Βαυαρούς του ομώνυμου δήμου.
Ας δούμε λοιπόν τα σχετικά αποσπάσματα και ανάμεσα τους κάποιες δικές μου διευκρινιστικές παρατηρήσεις ή σχόλια με ιστορικά στοιχεία από την τοπική παράδοση, όσον αφορά τις τοποθεσίες που περιγράφονται:
«21η Μαΐου [1836]
(…………………)
Η άσκηση για τη διάταξη της οποίας ο αντισυνταγματάρχης δεν με
τίμησε με ενημέρωση, συνέχισε μέχρι το χωριό Μέλισσα, μιάμιση ώρα από το
Ναύπλιο (…). Δεν ξέρω για ποιο λόγο, ή μήπως με το σκοπό να ασκούνται τα
μουλάρια, το πυροβολικό έψαχνε πάντοτε τους πιο μακρινούς και δύσκολους
δρόμους, χωρίς να υπήρχε καμία ανάγκη. Επί πλέον τα ζώα ήταν τόσο άσχημα
φορτωμένα ώστε στο πιο αξιολύπητο μεταξύ τους (…) ήταν σχεδόν αδύνατο το
κακόμοιρο το ζώο να σκαρφαλώνει τα βράχια»
Ο περιηγητής, κάνοντας τη διαδρομή με άλογο εισέρχεται
στην περιοχή μας και ομιλεί για χωριό «Μέλισσα», παραφράζοντας όπως πιστεύω το
τοπωνύμιο «Μερζέ», όπως λεγόταν ο σημερινός Εξώστης. Η πορεία ως εκεί
δικαιολογημένα διήρκεσε μιάμιση ώρα, αφού ταυτόχρονα υπήρχε στρατιωτική άσκηση
σε εξέλιξη την οποία παρακολούθησε έως ένα σημείο.
«Ουσιώδες μέρος της άσκησης ήταν, όπως μου φάνηκε, το πρωινό στη Μέλισσα (…) φθάσαμε καλπάζοντας σαν μία εμπροσθοφυλακή που δεν είχε το νου της ούτε στον φίλο που ακολουθεί ούτε στον αόρατο εχθρό μπροστά της στη Μέλισσα.
Αυτό το μέρος έχει μία πρωτότυπη όψη. Ας φανταστεί κανείς μία κοιλάδα σε μορφή καζανιού, περικυκλωμένη από άσπρα βουνά, στο κέντρο της οποίας βρίσκονται τα υπολείμματα ενός βενετικού υδραγωγείου και που είναι εξ ολοκλήρου σκεπασμένη με ένα δάσος των πιο φρέσκων και πολλαπλών πράσινων τόνων, γεμάτο λουλούδια όλων των χρωμάτων. Συκιές, λεμονιές και μουριές, οι τελευταίες γεμάτες με μαύρα ώριμα φρούτα, το άνθος της ροδιάς με την κόκκινη λάμψη, η φραγκοσυκιά με τα χρυσά λουλούδια, η ροζ πικροδάφνη και το σκούρο χαρούπι και ενδιάμεσα πλεγμένες οι κληματαριές. Όλα αυτά αποτελούσαν το ελκυστικό δασάκι. Και στο γρασίδι το οποίο άρδευε μία δροσερή πηγή, μερικές ομάδες από παλικάρια γύριζαν δέκα με δώδεκα ολόκληρα αρνιά σε ξύλινες σούβλες επάνω στη χόβολη. Άλλοι Έλληνες είχαν τοποθετήσει – αυτή τη φορά όσο το δυνατόν σε καλύτερη θέση – κατά μήκος των δέντρων, τις σειρές μπουκαλιών τους με ρακί (ελληνικό οινόπνευμα), ρετσινάτο κρασί (τοπικός οίνος) και δροσερό νερό.
Σε αυτό το σημείο, πριν φθάσει ακόμη το νικηφόρο σώμα με το λιγομίλητο διοικητή του, για να αρχίσει το γεύμα, εγώ αποχαιρέτησα το εύθυμο πλήθος που με είχε συνοδεύσει και πήγα, καθέτως στα βουνά προς την κατεύθυνση του Πόρτε Λεόνε που απέχει περίπου δύο ώρες. Είναι ένα γραφικά τοποθετημένο λιμάνι στην ανατολική ακτή της Πελοποννήσου, όπου βρίσκονται στη μέση της πεδιάδας τα υπολείμματα ενός βενετικού κάστρου μέσα σε ένα πλούσιο κάμπο σταφίδας και όπου ένας ψηλός πύργος επάνω σε ένα απομονωμένο βράχο στη θάλασσα – με τη θέα ανοικτή σε όλες τις πλευρές – κυριαρχεί ολόκληρη την περιοχή».
Εδώ
αποδίδει ως «Πόρτο Λεόνε» την ονομασία «Πόρτο Τολό», επηρεασμένος ίσως και από
τον Πουκεβίλ που ετυμολογεί την ονομασία «Τολόν» εκ του “Port
Aulon”. Όπως επανειλημμένα έχω
αναφέρει, ο θαλάσσιος χώρος δυτικά από
τον κάβο Καστρακίου Ασίνης, ο μυχός δηλαδή του κολπίσκου Τολού, ήταν ανέκαθεν
ένα φυσικό λιμάνι υπό την ονομασία «Πόρτο Τολό», όπως εξελίχθηκε παρεφθαρμένα η
μεσαιωνική ονομασία «Πόρτο Ρόβη». Υπό μια πιο στενή όμως έννοια ονομαζόταν έτσι
ο ορμίσκος Καστρακίου Ασίνης, ο οποίος λόγω του βάθους ήταν το μόνο σημείο όπου
μπορούσε να λειτουργεί διαμετακομιστικός σταθμός. Η ονομασία «Ασίνη» είχε
υποχωρήσει δεδομένου ότι η θέση της αρχαίας πόλης ήταν τότε ακόμα διαμφισβητούμενη. Ο Ιάκ. Ραγκαβής
(«Ελληνικά» τόμ. Β΄1853) αναφέρει: «Κατά
την εικασίαν του Ληκίου η Ασίνη έκειτο ένθα σήμερον κείται το «Πόρτο- Τολό»
λεγόμενον», ενώ ο Alessandro Pini,
γιατρός στο βενετικό στόλο στην Πελοπόννησο, σε περιγραφή της
Πελοποννήσου αναφέρει ότι το ούτως ονομαζόμενο λιμάνι (Πόρτο Τολό) είχε
σχηματιστεί μπροστά από τα αρχαία ερείπια. Όπως θα διαπιστώσουμε στη
συνέχεια, ο περιηγητής εδώ αναφέρεται ακριβώς στον ορμίσκο Ασίνης, όπως λέγεται
πλέον από τότε που αποκαταστάθηκε η ονομασία.
Ο Ὀρμος Ασίνης το 1922 σε φωτογραφία της σουηδικής αρχαιολογικής αποστολής, από το αρχείο Κυριάκου Αν Ορφανού.
Ως υπολείμματα βενετικού κάστρου στο μέσον της πεδιάδας, πιθανώς εκλαμβάνει τα κουφάρια των παλαιών μύλων στο ομώνυμο ύψωμα (Μύλοι ή Μύλος) της Ασίνης, καθώς τα ατενίζει από απόσταση. Κείμενο της εποχής του Όθωνα αναφέρει τον εν λόγω λόφο με την ονομασία «Παλαιόμυλος», που σημαίνει ότι από τότε δεν ήσαν σε χρήση, είχαν εγκαταλειφθεί. Τα ερείπια δυο μύλων υπήρχαν εκεί μέχρι την Κατοχή που τα κατεδάφισαν οι Γερμανοί κατακτητές στα πλαίσια των αμυντικών τους έργων, για να μην δίνουν στόχο στα αεροπλάνα. Το ενδιαφέρον είναι η αναφορά σε κάμπο σταφίδας, η καλλιέργεια της οποίας φαίνεται ότι έχει ήδη αναπτυχθεί, δεκαπέντε μόλις χρόνια μετά την Επανάσταση. Γνωστή η φράση: «φύτεψε αμπέλι για σένα και ελιές για τα παιδιά σου» επειδή αντίθετα με την ελιά η άμπελος αναπτύσσεται ταχέως.
Ο απομονωμένος βράχος στη θάλασσα είναι σαφώς η χερσόνησος της αρχαίας Ασίνης και ο ψηλός πύργος με τη θέα ανοικτή σε όλες τις πλευρές που κυριαρχεί ολόκληρη την περιοχή είναι ο ανατολικός προμαχώνας του αρχαίου κάστρου. Από εκεί πράγματι έχουμε τη θέα ολόκληρης της περιοχής.
Στην εικόνα βλέπουμε το χαριτωμένο μονοπάτι πάνω
από τον όρμο Ασίνης, που κατέληγε στο Κωλοβρόχι των παλαιών Ασιναίων, σημερινή
Ψιλή Άμμο των Τολιανών, και κατόπιν στην πράγματι νεόκτιστη τότε Μινώα για την
εγκατάσταση Κρητών προσφύγων, το σημερινό Τολό. Το γεγονός ότι η βλάστηση γύρω
από τη Μινώα ήταν θαμνώδης μέχρι ψηλά στα βουνά δείχνει ότι η περιοχή αυτή δεν
ήταν ακόμα αξιοποιημένη, δικαιολογημένα, αφού μέχρι τότε ήταν ακατοίκητη.
«Μέσα στη θάλασσα πολλά απόκρημνα νησιά, των οποίων μερικά
φέρουν παλαιά γκρεμισμένα οχυρά, οι πολλαπλές κυματιστές γραμμές της ακτής
μέχρι την Επίδαυρο και δίπλα της οι κορυφές των
βουνών με τις πρωτότυπες πέτρινες μορφές τους, που μοιάζουν με κορμούς από
κοντόχοντρα δέντρα, η ακίνητη σοβαρότητα και το άγριο μεγαλείο αυτής της φύσης
μου άφησαν μία βαθιά εντύπωση»
Επέστρεψε αυθημερόν στο Ναύπλιο, αφού όλα αυτά
αναφέρονται στο ημερολόγιό του υπό την ίδια ημερομηνία. Προφανώς κάποια άλλη
ημέρα είχε κάνει τον περίπλου από το Ναύπλιο προς την Επίδαυρο και κάνει εδώ
αυτή την τόσο περιληπτική αναφορά στην ακτογραμμή, όπου και τα νησιά με τις
παλαιές οχυρώσεις Δασκαλειό και Ρόμβη. Στο αθέατο από την πλευρά μας Δασκαλειό
είναι γνωστό ότι υπάρχει το οχυρωμένο ναΰδριο,
ενώ στη Ρόμβη είναι ακόμα ορατά τα ίχνη της μεσαιωνικής κατοίκησης, αποτέλεσμα της
σλαβικής πίεσης στην ενδοχώρα. Με την συνήθη τακτική της ανακύκλωσης του δομικού
υλικού, άρχισε δυστυχώς το «ξήλωμα» των εκεί κτισμάτων για το κτίσιμο της
Μινώας, κάτι που συνεχίστηκε και τα
επόμενα χρόνια. Γράφω «δυστυχώς» διότι διαφορετικά θα μπορούσαμε να έχουμε στην
περιοχή μας έναν άλλο Μυστρά, μια άλλη Μονεμβασιά…
«Γύρισα μέσα από τα βουνά της οροσειράς και έμεινα για μία ώρα περίπου πιασμένος σε ένα φαλακρό πέτρινο λαβύρινθο
μέχρι να βγω στην άλλη πλευρά του Παλαμηδίου όπου η πεδιάδα της
Αργολίδας, λάμποντας στον πιο φωτεινό ήλιο, άνοιξε πάλι μπροστά μου. Ιδιαίτερα
παράξενα φάνηκαν από αυτό το σημείο τα στρογγυλεμένα βράχια που σηκώνονται σαν
νησιά έξω από τους κινούμενους κάμπους σταριού και μεταξύ των οποίων τα
κυκλώπεια τείχη της αρχαίας Τίρυνθας ξεχωρίζουν πριν από όλα. Η ημέρα ήταν
πολύ ζεστή, αλλά στην Πελοπόννησο ένας φρέσκος αέρας δροσίζει τις πιο πολλές
φορές την ατμόσφαιρα. Αυτό κάνει το κλίμα της χώρας ευχάριστο το καλοκαίρι (…).
Μου έμεινε πολύ λίγος καιρός για ένα γρήγορο γεύμα μέχρι να φθάσει ο διοικητής
της πόλεως για να με συνοδεύσει στην επίσκεψή μου στο Παλαμήδι. Για να αποφύγουμε την
κουραστική σκάλα που οδηγεί από την πόλη μέχρι την κορυφή, κάναμε με τα άλογά
μας ένα γύρο επάνω στα βουνά και μπήκαμε από την αντίθετη πλευρά στο φρούριο. »
Γύρισα μέσα από τα βουνά
της οροσειράς και έμεινα για μία ώρα περίπου πιασμένος σε ένα φαλακρό πέτρινο
λαβύρινθο μέχρι να βγω στην άλλη πλευρά του Παλαμηδίου.
Περιγράφει την
επιστροφή του διαμέσου των δυτικών υψωμάτων της Ασίνης, μέχρι να βγει στη άλλη
πλευρά του Παλαμηδίου, απ’ όπου αντικρίζει την αργολική πεδιάδα και τα
κυκλώπεια τείχη της αρχαίας Τίρυνθας. Πρόκειται για την ορεινή ατραπό
που χρησιμοποιούσαν στο παρελθόν οι Κρήτες του Τολού, για να επικοινωνούν αμεσότερα
με τους άλλους Κρήτες της Πρόνοιας Ναυπλίου. Η παλαιά αυτή οδός που προτιμούσαν
ως κυρία οι πρώτοι Κρήτες έποικοι, αλλά και πολλές επόμενες τους γενεές,
διερχόταν: από την πηγή στο Ντερβάκι (που ύδρευε την Ασίνη), διαμέσου των δυτικών
υψωμάτων της Ασίνης, τις περιοχές Ταλιότι και Αγ. Μονής, καταλήγοντας στον
επίσης προσφυγικό συνοικισμό Πρόνοια, όπου μεταξύ άλλων είχαν συνοικιστεί και
πολλοί Κρήτες (Κρητικός μαχαλάς). Τολό και Πρόνοια λειτουργούσαν ως
συγκοινωνούντα δοχεία. Ιστορικά* έχει παρατηρηθεί ότι, λόγω πολιτισμικής
διαφοράς, όπου εγκαθίσταντο οι Κρητικοί δημιουργούσαν κλειστές κοινωνίες,
αποφεύγοντας τις επαφές με τους ντόπιους. Ακόμα και οι γάμοι γίνονταν μόνο
μεταξύ τους, εν ανάγκη και μεταξύ συγγενών (*ακριβώς όμοια μαρτυρία έχουμε για
τους Κρήτες της Νάξου, από την τηλεοπτική εκπομπή «Γκρίζες Ζώνες» της 25ης Απριλίου 2001). Πέρασαν πολλές
γενεές για να ενσωματωθούν σε κάποιο βαθμό στην τοπική κοινωνία. Ο περιηγητής
ακολούθησε τη διαδρομή αυτή τουλάχιστον μέχρις ενός σημείου, απ’ όπου ξεκινούσε
και ένα άλλο μονοπάτι, το «μονοπάτι της
Αμαλίας» όπως λένε οι Τσελιώτες. Το χρησιμοποιούσε η βασίλισσα Αμαλία
κάνοντας ιππασία, πότε μέχρι την ιδιαίτερου φυσικού κάλους περιοχή της Αγίας
Σωτήρας και άλλοτε μέχρι το Τολό.
Όπως γράφω και στον πρόλογο πρόκειται για μια από τις σπάνιες γνωστές αναφορές στην περιοχή μας από περιηγητές του μακρινού παρελθόντος. Όμως η έρευνα ποτέ δεν σταματάει και πάντα υπάρχει η προσδοκία για παρόμοια αποτελέσματα. Η εκδοτική δραστηριότητα δείχνει ότι υπάρχει πλούτος πηγών που παραμένουν άγνωστες ακόμη για την εποχή εκείνη, έτσι υπάρχει πάντα η ελπίδα.
Ηλίας Κ. Μηναίος
Βιβλιογραφία
Γιώργης Γιατρομανωλάκης, «Ο Βασιλιάς της Ασίνης - η
ανασκαφή ενός ποιήματος», εκδ. Στιγμή, Αθήνα 1986.
Ρεγγίνα Quack-Μανουσάκη, «Ναύπλιο 1836 – Hermann von Pückler-Muskau. Επίσκεψη του Γερμανού πρίγκιπα Πύκλερ στο Ναύπλιο το 1836», Ναυπλιακά Ανάλεκτα V έκδοση Δήμου Ναυπλιέων 2004.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.