Α) Από την
αρχαιότητα μέχρι τους νεότερους χρόνους
"Αἴας
δ' ἐκ Σαλαμῖνος ἀμώμητος πολεμιστὴς μνᾶτο· δίδου δ' ἄρα ἕδνα ἐοικότα, θαυματὰ
ἔργα· οἳ γὰρ ἔχον Τροιζῆνα καὶ ἀγχίαλον Ἐπίδαυρον νῆσόν τ' Αἴγιναν Μάσητά τε
κοῦροι Ἀχαιῶν καὶ Μέγαρα σκιόεντα καὶ ὀφρυόεντα Κόρινθον, Ἑρμιόνην Ἀσίνην τε
παρὲξ ἅλα ναιεταώσας, τῶν ἔφατ' εἰλίποδάς τε βόας καὶ ἴφια μῆλα συνελάσας
δώσειν· ἐκέκαστο γὰρ ἔγχει μακρῶι."(Ησίοδος)
Την
ερμηνεία του ανωτέρω συναντούμε στην "ΕΛΛΗΝΙΚΗ
ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ" της "Εκδοτικής Αθηνών"1, όπου κάτω από τον
υπότιτλο "Οι μνηστήρες της Ελένης" διαβάζουμε:
"…
στα χρόνια εκείνα ήταν ο γαμπρός που προσέφερε χρυσάφι, πολύτιμα αγγεία και
σκεύη, σκλάβες, βόδια, πρόβατα κ. ά. στον πατέρα της κόρης για να του τη δώσει
(…). Ο Αίας έφτασε από τη Σαλαμίνα, και
επειδή το νησί του ήταν φτωχό και δεν είχε τι να προσφέρει, ήταν όμως ξακουστός
κονταρομάχος, υποσχέθηκε όλα τα βόδια και τα πρόβατα που έβοσκαν στην Τροιζήνα,
την Επίδαυρο, την Αίγινα, τα Μέγαρα, την Κόρινθο, την Ερμιόνη και την Ασίνη: θα
τα άρπαζε με τη βία και θα τα έφερνε στον Τυνδάρεο!"
Βλέπουμε
λοιπόν ότι το απόσπασμα αυτό κατατάσσει την Ασίνη στις πλέον ανεπτυγμένες
κτηνοτροφικά περιοχές της μυκηναϊκής Ελλάδας, κατά την αμέσως προ του Τρωικού
πολέμου εποχή, τότε που – ερμηνεύοντας χρονολογικά τους μύθους – οι Δρύοπες
είναι ήδη εγκατεστημένοι στην Αργολίδα.
Στην εργασία του Άδωνι Κύρου: "Στο
σταυροδρόμι του Αργολικού"2 διαβάζουμε:
"Ὁ πληθυσμός τῶν Δρυόπων, ἀνάλογα μέ τίς ἀσχολίες του, ἦταν
διασκορπισμένος σέ πολλούς μικρούς συνοικισμούς σέ λόφους, στή μέση τῶν
κοιλάδων μέ τίς ἀγροτικές καλλιέργειες, στά ὀροπέδια μέ τίς βοσκές τῶν
αἰγοπροβάτων (σέ ἀντίθεση μέ τούς Μυκηναίους, πού ἐπιδίδονταν στήν κτηνοτροφία
τῶν βοδιῶν και τῶν ἀλόγων, οἱ Δρύοπες εἶχαν κοπάδια μέ κατσίκια καί πρόβατα) ἤ
στίς ἀκτές, ὅπου ἔρχονταν νά προσορμιστοῦν τά σκάφη τοῦ ἀνταλλακτικοῦ
ἐμπορίου".
Φυσικά ούτε οι Μυκηναίοι εξέθρεφαν μόνο
βοοειδή και άλογα, ούτε οι Δρύοπες της Ασίνης μόνο αιγοπρόβατα. Θα ήταν ακραίο
να πιστέψουμε κάτι τέτοιο. Είμαι βέβαιος ότι και ο κ. Κύρου δεν το εννοεί έτσι, αλλά αναφέρει τα
είδη που κυρίως εξεθρέφοντο σε κάθε περιοχή, χωρίς να αποκλείονται τα άλλα.
Άλλωστε πρέπει να έχουμε υπόψη μας:
Α.
Την αλληλεπίδραση πάντα ανάμεσα σε γειτονικές περιοχές,
Β.
Την επίδραση παλαιοτέρων κατοίκων που συνάντησαν εδώ οι Δρύοπες και τους
ενσωμάτωσαν,
Γ.
Ότι σύμφωνα με τους μύθους οι Δρύοπες εξέθρεφαν βοοειδή και στην Φθιώτιδα, όπου
πρωτύτερα κατοικούσαν.
"Αρχή σοφίας ονομάτων επίσκεψις", λέει ένα
αρχαίο γνωμικό και κάποια τοπωνύμια της περιοχής μας είναι αδιάψευστοι
μάρτυρες:
Πρώτα το τοπωνύμιο "Βοθόλοι" ανάμεσα στο όρος Τσάκαλι και
το ύψωμα Αγιολιάς, περιοχή που σήμερα την προσδιορίζουμε με τη φράση "στου
Γκρέκου". Το τοπωνύμιο "Βοθόλοι" είναι σύνθετη λέξη κατά τα "Βόσπορος", "Βούπορθμος" κ. ά.
Ένα άλλο είναι το "Ορόβη"3
(σήμερα παρεφθαρμένα "Ρόμβη") όνομα της νησίδας απέναντι από το αρχαίο
κάστρο της Ασίνης, όπως προκύπτει από την ετυμολογία του: "Όροβος (ο) (βότανον) γένος φυτών εκ των ελλοβοκάρπων, του οποίου τα
σπέρματα χρησιμοποιούνται ως τροφή βοών,
κοιν. ορόβι και ρόβι (το)" (σήμερα "Βίκος").
Δεν μπορούμε επίσης να αγνοήσουμε μια ετυμολογία που
δίδεται για το τοπωνύμιο "Βορός" (της περιοχής μεταξύ της σημερινής κώμης Ασίνης και των ΝΝΔ υψωμά των): "Βορός
(ὁ) τόπος, ὅπου διαμένουσι τετράποδα ζῶα οἷον γελαδοβορός, ὁ τόπος, ὅπου ἔχουσι τήν διαμονήν των τά γελάδια"4
εννοώντας προφανώς ότι εκεί εκτρέφονται αυτά, άρα εκ του βορά(=τροφή).
Ώστε
λοιπόν ολόκληρη η δυτική άγονη περιοχή της Ασίνης, όπου τα πλείστα υψώματα, από
τη νησίδα Ορόβη και το σημερινό Τολό μέχρι εκεί που άρχιζε η περιοχή Ναυπλίας
ήταν από την αρχαιότητα μια μεγάλη ενιαία κτηνοτροφική περιοχή, όπου εξεθρέφοντο
ακόμα και βοοειδή, κάποια από τα οποία
εσταυλίζοντο στο Βορό και στους Βοθόλους. Κάτι ανάλογο σίγουρα συνέβαινε
στα ανατολικά υψώματα και πλαγιές, πίσω από τα σημερινά Λευκάκια.
Τη
θέση του κύριου τότε γεωργοκτηνοτροφικού οικισμού, θέση της σημερινής κώμης
Ασίνης, βεβαίως υποδεικνύει το τοπωνύμιο "Βοθόλοι". Την ίδια υπόδειξη κάνει και ομάδα τάφων που ανεκαλύφθη τα τελευταία
χρόνια στη διασταύρωση (στης Αντιγόνης). Οι πρώτοι ευρέθησαν κατά τη
διαπλάτυνση της λεωφόρου αρχ. Ασίνης και τη δημιουργία συγκοινωνιακού κόμβου
ενώ άλλοι ευρέθησαν κατά την οικοδόμηση της περιοχής, καθώς η κώμη επεκτάθηκε
ήδη ως εκεί. Από τους Σουηδούς έγινε ανασκαφή το 1924 και στη σημερινή κώμη
όπου ευρέθησαν αγγεία5. Ακόμα και στη θέση Ταλιότι προ ετών βρέθηκε
τοπική κεραμική6 της Πρωτοελλαδικής Εποχής με κάποια ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά. Εδώ, στη σημερινή ομώνυμη κώμη είναι ο άλλος πόλος της Ασίνης,
ο μεσόγειος, διαχρονικό καταφύγιο των κατοίκων της παραλίας στις περιόδους
έντονης πειρατικής δραστηριότητας, πίσω από τις Ντάπιες(=Προμαχώνες) και κάτω
από τη σκιά του κωνοειδούς υψώματος που κάποτε το λέγανε Πιλάφι, ενώ αργότερα
ονομάστηκε Αγιολιάς, αφότου εγκαταστάθηκε εκεί ο προφήτης.
Η κτηνοτροφική
παράδοση διατηρήθηκε διαχρονικά και εδώ, όπως και στα γύρω χωριά, μάλιστα στα
ενετικά κατάστιχα αναφέρονται τα ορεινά βοσκοτόπια, όπου ερχόντουσαν να
παραχειμάσουν και Αρκάδες ποιμένες, έχοντας δημιουργήσει παράδοση.
Β) Νεότερα
χρόνια
Ανέφερα ήδη την
παράδοση να φέρνουν τα κοπάδια τους για να παραχειμάσουν Αρκάδες ποιμένες.
Κάποιοι εγκαταστάθηκαν εδώ μόνιμα με το πέρασμα των χρόνων ενώ άλλοι συνήψαν
συγγενικές σχέσεις με τους ντόπιους. Σε αυτή την παράδοση οφείλεται και το
τοπωνύμιο "Τσέλου", προερχόμενο από το επώνυμο ενός Αρκάδα ποιμένα. Επώνυμο ετυμολογούμενο εκ του βαφτιστικού "Αστέριος" με την εξέλιξη Αστέριος - Στέριος,
εξ αναγραμματισμού σε Τσέριος και τελικά Τσέλιος και Τσέλος (αντικατάσταση του ρ με λ,
όπως αδερφός-αδελφός κ. ά.). "Στου Τσέλου" έλεγαν και λέμε
ακόμα, όπως έλεγαν και λέμε "στου
Γκρέκου" ή «στου Καπότα», εννοώντας τα μαντριά. Το όνομα "Τσέλιος" είναι "καταγεγραμμένη μορφή του συχνού στη βόρεια Ελλάδα βαφτιστικού Αστέριος. Αστέριος>Στέριος>Τσέλιος"7 ενώ με τη μορφή "Τσέλος" συναντάται ακόμα στην Αρκαδία καθώς και στην Ερμιονίδα όπου ως φαίνεται οδήγησε
τελικά την οικογένεια ο νομαδικός τρόπος ζωής. Τα περί του ονόματος αυτού
λεχθέντα δείχνουν τις μετακινήσεις που έγιναν στο ελλαδικό χώρο στο βάθος των
αιώνων. Επίσης δείχνουν την βλάχικη καταγωγή των συμπατριωτών μας Τσελιωτών (δεν
το λέω υποτιμητικά, άλλωστε όπου οι Βλάχοι εγκαταστάθηκαν μόνιμα μεγαλούργησαν,
ενώ πλείστοι από αυτούς συγκαταλέγονται στους εθνικούς μας ευεργέτες). Δεν
είναι συμπτωματικό ότι προστάτιδα του οικισμού είναι η Αγία Παρασκευή,
προστάτιδα των Βλάχων.
Κάποιες
αναφορές από την ποιμενική αυτή δραστηριότητα κατά τους νεότερους χρόνους έχω
συναντήσει στα αρχεία της Επαρχιακής Δημογεροντίας Ναυπλίου, ενώ σχετικό είναι
και ένα δημοσίευμα εφημερίδας πανελλήνιας κυκλοφορίας που χρησιμοποιεί την
περίπτωση της Ασίνης για να εξηγήσει το
μεγάλο τότε μεταναστευτικό ρεύμα προς την Αμερική. Είναι κείμενα με περιεχόμενο
αρνητικό για τους ποιμένες της εποχής εκείνης, όμως στην ιστορία πρέπει να τα
λέμε όλα:
Στα έγγραφα της
Επαρχιακής Δημογεροντίας Ναυπλίου8 (1828-1829) γίνονται αναφορές σε:
- Ονόματεπώνυμα Αρκάδων ποιμένων κάποιοι από τους οποίους
εγκαταστάθηκαν εδώ μόνιμα,
- Ζωοκλοπές που συνέβαιναν μεταξύ τους,
- Διαμάχες για την περιοχή όπου καθένας έπρεπε να
βοσκήσει τα ποίμνιά του ή να κάνει τη στάνη του,
- Ζημιές σε περιβόλια,
- Συστάσεις προς αυτούς δια να μην προξενούν ζημιές στο
μοναστήρι της αγια-Σωτείρας,
- Προειδοποιήσεις προς αυτούς π. χ. "μήν ἀπειθήσετε διότι θέλετε διωχθῇ ὕστερον μέ στρατιωτικήν
δύναμιν καί με ζημίαν σας".
Στην αθηναϊκή
εφημερίδα πανελλήνιας κυκλοφορίας "Ἐμπρός" 24ης Μαρτίου 1907 διαβάζουμε:
"Καί πῶς ἔξαφνα ἀπό τό χωρίον Τζεφέραγα,
χωρίον 120 σπιτιῶν, κατά τήν ἐπίσημον στατιστικήν τοῦ Κοκκίνου, νά μήν ἔχουν φύγει 85 (ὁγδοήκοντα πέντε) ἄνδρες
ποῦ ἔφυγαν (…); Ἀλλά πῶς νά μή φύγουν ἀφοῦ σπείρουν καί δέν θερίζουν, ἀφοῦ οἱ
ἀγροφύλακες εἶνε λησταί, ἀφοῦ ἡ κτηνοτροφία τούς ἔχει ρημάξει;
Πηγαίνεις να θερίσῃς τόν ἀγρόν σου καί δέν
τόν βρίσκεις. Μίαν νύκτα ἕνας ποιμήν ποῦ ἔβαλε ἕνα ταλλαράκι εἰς τό χέρι τοῦ
ἀγροφύλακος, ρίχνει τά πρόβατά του μέσα, καί ὁ ἀγρός ἐχάθη. Καταγγέλεις τό
πρᾶγμα εἰς τόν ἀγροφύλακα καί αὐτός ἀμέσως ἕνα πρωτόκολον ἐναντίον ἄλλου
ποιμένος ποῦ ἠρνήθη νά τοῦ δώσῃ τάλλαρο ἤ τυρί ἤ γιαούρτι.
Ὁ ποιμήν ὁ ἄλλος, ὁ ἀθῶος, συλλαμβάνεται.
Τόν καθίζουν εἰς τό πταῖσμα (…). Ὁ ἀγροφύλαξ μέ τόλμην πεπειραμένου ἀθλίου,
παίρνει ἕναν ὄρκον, ἔπειτα τό περικλεές "διά ταῦτα…." καί ὁ ἀθῶος λύνει τό
πουγγί του. (…) . Πῶς νά μή διαφθαρῆι καί ο
τίμιος καί πῶς νά μήν ἐκπατρισθοῦν καί νά μήν φύγουν οἱ γεωργοί καί οἱ ἀγρόται
ἀπό αὐτόν τόν τόπον τῆς ἀνομίας καί τῆς κλεψιᾶς;"
Είναι η αιώνια
διαμάχη ανάμεσα σε γεωργούς και ποιμένες από τότε που ο άνθρωπος άρχισε να
καλλιεργεί τη γη και εξημέρωσε τα ζώα. Ο γεωργός Κάϊν και ο κτηνοτρόφος Άβελ
της Παλαιάς Διαθήκης κατά τους
ιστορικούς στην πραγματικότητα είναι προσωποποίηση των γεωργών και των
κτηνοτρόφων. Θεωρούν ότι με τη σύγκρουσή τους, που όπως σημειώνεται έγινε στα
χωράφια, στην πραγματικότητα αποδίδεται η
αιώνια αυτή διαμάχη μεταξύ γεωργών και ποιμένων, αιτία του πρώτου
πολέμου μεταξύ των ανθρώπων!
Βέβαια εν προκειμένω
η κύρια ευθύνη επιρρίπτεται στους "αχρείους" αγροφύλακες, που με τον τρόπον αυτό
διέφθειραν και τους τίμιους ποιμένες, εξαναγκάζοντας
τους γεωργούς σε μετανάστευση, στην Αμερική, για να μπορέσουν οι οικογένειές
τους εξοφλήσουν να χρέη προς τους άλλους ληστές, τους τοκογλύφους, όπως
αναφέρει παρακάτω η εφημερίδα. Τους αγροφύλακες που όχι μόνο ήταν υπαίτιοι για
την οικονομική καταστροφή των γεωργικών οικογενειών, αλλά, σύμφωνα με την
τοπική μας παράδοση, οι νοικοκυρές όταν ζύμωναν έπρεπε να κάνουν και μια
κουλούρα, την "κουλούρα του δραγάτη" όπως την έλεγαν. Όπου οσμιζόταν ψωμί ο
αγροφύλακας περνούσε κρατώντας τη ράβδο του ορθή και του περνούσαν εκεί τις κουλούρες!!!
Η παρακάτω φωτογραφία
είναι από ανάρτηση στην ομάδα του facebook "Η Αργολίδα που έφυγε και.… πινελιές λαογραφίας". Βέβαια δεν είναι
από την Ασίνη, αλλά πιστεύω ότι είναι η πιο κατάλληλη για το θέμα αυτό.
Εικονίζονται αγροφύλακας και ποιμένας της παλιάς εποχής.
Ηλίας Κ. Μηναίος
Παραπομπές – Σχόλια
1. "Ελληνική Μυθολογία" της "Εκδοτικής Αθηνών" τόμος 5 (σελ. 15).
2. Άδωνι Κύρου "Στο σταυροδρόμι του Αργολικού" τόμος Α΄, (σελ. 83-84) ΦΩΤΟΣΥΝ ΑΒΕΕ 1990 ΑΘΗΝΑΙ.
3. Το όνομα της
νησίδας σημειώνει ο Άδωνις Κύρου σε σχετικό χάρτη του βιβλίου του, αλλά
προφανώς δεν εξέτασε το περιεχόμενό του. Αναγράφεται και σε μολυβδόβουλο του 8ου
μ. Χ. αιώνα που βρέθηκε στη νησίδα, ενώ
το αναφέρει και κείμενο του 10ου μ. Χ. αιώνα.
4. Περιοδικό "Ἀθηνᾶ" αρ. 1, σελ. 15, Ιανουάριος 1831.
5. Birgitta
Leppänen Sjöberg, "Five Mycenaean vases from Zafer Aga, 1924".
6. Δ΄ ΕΚΠΑ. ΥΠΠΟ/ΤΑΠ. "Κοιλάδα
Ταλιώτη, Ναύπλιο. Βάσεις αγγείων με αποτυπώματα ψάθας. Πρωτοελλαδική περίοδος".
7. Ηρακλής Ψάλτης,
φιλόλογος / "Πεμπτουσία",
Ορθοδοξία-Πολιτισμός-Επιστήμες, www.pemptousia / Σημασιολογία των ελληνικών
επώνυμων.
8. "Το Αρχείο της
Επαρχιακής Δημογεροντίας Ναυπλίου (1828-1829)", Υπουργείο Παιδείας Έρευνας
και Θρησκευμάτων / Γενικά Αρχεία του Κράτους / Αρχεία Νομού Αργολίδας,
Επιμέλεια Δημήτρης Χ. Γεωργόπουλος, Ναύπλιο 2015.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.